Σελίδες

24 Ιουλίου 2011

Το καρναβάλι του Αρλεκίνου

Η τραγωδία και η κωμωδία διακρίνονται από μία λεπτή διαχωριστική γραμμή η οποία δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτη. Το κέντρο βάρους των γεγονότων και της διαχείρισης που προηγήθηκαν και ακολούθησαν την τραγική έκρηξη στη Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στις 11 Ιουλίου 2011, ταλαντεύεται σαν εκκρεμές μεταξύ τραγωδίας και κωμωδίας, καταλήγοντας προοδευτικά στη δεύτερη κατάσταση. 

Η Κύπρος των νεκρών, των τραυματισμένων, των ορφανών παιδιών και των πονεμένων γονιών, η Κύπρος με τις κατεστραμμένες υποδομές, με την ανεπαρκή ηλεκτροδότηση και τις αλυσιδωτές οικονομικές επιπτώσεις, είναι η Κύπρος της τραγωδίας. Η «Γκουέρνικα», του Πάμπλο Πικάσο (1937), αποτυπώνει την τραγωδία με αφορμή την καταστροφή της ομώνυμης ισπανικής πόλης κατά τον ισπανικό εμφύλιο, από τα φασιστικά στρατεύματα του Φράνκο και τις συνεργαζόμενες με αυτά δυνάμεις της φασιστικής Ιταλίας και της ναζιστικής Γερμανίας, υπό την ανοχή του δημοκρατικού δυτικού κόσμου. Η βία και ο πόνος αποτυπώθηκαν σε αυτό το έργο με το σαφέστερο δυνατό τρόπο, μέσα από τις φωτιές και τις εκρήξεις, τα διαμελισμένα σώματα, τον πόνο στα πρόσωπα, τις κραυγές της αγωνίας, το σκοτάδι και την απόγνωση. Κάπως έτσι απεικονίζεται αδρά η Κύπρος της τραγωδίας.
Η Κύπρος των επιστολών, των συσκέψεων, των ορφανών ευθυνών και των απουσών απολογιών, η Κύπρος που επαιτεί ηλεκτρικό ρεύμα, που διορίζει μονομελείς διερευνητικές επιτροπές, που στήνει μπλόκα γύρω από το Προεδρικό και που μαζεύει εκτάκτως τις διακοσμητικές πέτρες από τους κυκλικούς κόμβους, είναι η Κύπρος της κωμωδίας. «Το καρναβάλι του Αρλεκίνου», του Χοάν Μιρό (1924), αποτυπώνει την κωμωδία, μέσα από τη σουρεαλιστική και συνάμα γκροτέσκα ελαφρότητα μιας γιορτής, όπου οι συνδαιτυμόνες ενδύονται κοστούμια και προσωπεία για να διασκεδάσουν, για να αποδράσουν, για υποκριθούν και να ξεγνοιάσουν. Οι μορφές του Μιρό, με κεντρικό πρόσωπο τον Αρλεκίνο, είναι αλλοπρόσαλλες, δεν φαίνονται να ξέρουν τι τους συμβαίνει ή τι θέλουν και η ταυτότητά τους είναι ασαφής μεταξύ πραγματικής και μασκαρεμένης όψης. Άλλες μορφές είναι θλιμμένες, άλλες είναι χαρούμενες, άλλες είναι θυμωμένες, άλλες είναι ανέκφραστες. Άλλες τσακώνονται, άλλες χορεύουν και άλλες απλώς υφίστανται πλέουσες, χωρίς προφανή λόγο ύπαρξης παρά μόνο ως ιδιόμορφο ντεκόρ της αταξίας και της ασυναρτησίας. Ταυτόχρονα, από το παράθυρο ο ήλιος φαίνεται μαύρος και αινιγματικός, ενώ οι φλόγες κάτω από τον ήλιο διακρίνονται ισχυρές και απειλητικές.
Κάπως έτσι διαμορφώνεται η κατάσταση στην Κύπρο μετά από μία μεγάλη τραγωδία: μετεξελισσόμενη σε ντανταϊστική κωμωδία, όπου οι υπαίτιοι απεκδύονται των ευθυνών τους και η κοινωνία δηλώνει σοκαρισμένη απαιτώντας κάθαρση. Η τραγωδία είναι προϊόν της διαχρονικής ανοχής στη μετριότητα της πολιτικής και η κωμωδία είναι το φυσικό της επακόλουθο. Η πολιτική ευθύνη είναι προφανής και παραμένει μετέωρη, δίνοντας ορμή στην οργή και στην αγανάκτηση. Όμως, η κοινωνία των πολιτών φέρει την κύρια κοινωνική ευθύνη, επειδή άργησε να αγανακτήσει, άργησε να οργιστεί και άργησε να αντιδράσει. Επειδή διαχρονικά ανέχτηκε το επίπεδο της πολιτικής ζωής που γεννοβολά τραγωδίες, ενορχηστρώνει κωμωδίες και προάγει Αρλεκίνους.

Σύμφωνα με το μύθο, κατά τη γερμανική εισβολή στο Παρίσι και στα πλαίσια της αρπαγής καλλιτεχνικών θησαυρών, ένας Γερμανός αξιωματικός ρώτησε τον Πικάσο δείχνοντας τη «Γκουέρνικα»: «Είναι δικό σας αυτό το έργο;», για να λάβει την εξής σαρκαστική απάντηση: «Όχι, είναι δικό σας έργο!». Ή, όπως χαρακτηριστικά το έθεσε η Γαλάτεια Καζαντζάκη: «Εικόνα σου είμαι, κοινωνία, και σου μοιάζω…».

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΠΟΛΙΤΗΣ"]