Σελίδες

29 Νοεμβρίου 2020

Η ενοχοποίηση της κοινωνίας

Είναι γνωστό ότι είθισται να θεωρείται πως οι νίκες έχουν συνήθως πολλούς πατέρες, ενώ οι ήττες είναι πάντα ορφανές. Αυτή η προσέγγιση είναι συμβατή με πολλές πτυχές της ιδιωτικής και της δημόσιας ζωής, αλλά γίνεται εντονότερα αντιληπτή μέσα από την παρατήρηση του χώρου της δημόσιας πολιτικής. Ειδικότερα, όταν η άσκηση της πολιτικής επικεντρώνεται στη διαχείριση της εξουσίας, η διεκδίκηση της πατρότητας των επιτυχιών σε αντιδιαστολή με την απεμπόληση της ευθύνης των αποτυχιών, αποτελεί μια συνήθη πρακτική των μάχιμων πολιτικών. Παρόλο που είναι προφανείς και κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους αναπτύσσεται αυτή η πρακτική, ενίοτε εξελίσσεται μια παραδοξότητα που θα έπρεπε να εκθέτει αρνητικά τους φορείς της, αλλά σπανίως επισημαίνεται με σαφήνεια ευθέως: Η παραδοξότητα συνίσταται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ηγεσία προσπαθεί να ενοχοποιήσει την κοινωνία, προτάσσοντας ότι οι πολίτες διαθέτουν τόσο εκτενείς ανεπάρκειες που τους καθιστούν προβληματικούς διοικούμενους, οι οποίοι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υψηλές προσδοκίες που καθορίζονται από τους φερόμενους ως χαρισματικούς διοικούντες πολιτικούς. Και αυτή η παραδοξότητα της «ενοχοποιημένης κοινωνίας» γίνεται μεγαλύτερη όταν οι πολίτες την υιοθετούν και αυτομαστιγώνονται, θεωρώντας ότι είναι όντως κατώτεροι των περιστάσεων, ενώ μεγιστοποιείται όταν οι πολίτες διχάζονται, παρασυρόμενοι προς την κατεύθυνση του κοινωνικού αυτοματισμού, στοχοποιώντας κατηγορίες συμπολιτών τους ως ενόχους για τα κακώς έχοντα, που στην πραγματικότητα αποτελούν απότοκο των εκφάνσεων της ανεπάρκειας των εκάστοτε κυβερνώντων. 

Η πρόκληση της αποτελεσματικής πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας του COVID-19 αποτελεί ένα χαρακτηριστικό σύγχρονο πεδίο όπου η ενοχοποίηση της κοινωνίας καθίσταται η εύκολη λύση για κυβερνήσεις που αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στις ευθύνες που τους αναλογούν. Προφανώς η διεθνώς πρωτόγνωρη κατάσταση της πανδημίας επέτρεπε σε πρώτη φάση τον καταλογισμό πολλών ελαφρυντικών για λάθη και παραλείψεις, όμως η πάροδος του χρόνου καθιστά την επανάληψη των λαθών και των παραλείψεων λιγότερο αποδεκτή και ανεκτή, και περισσότερο κατακριτέα και καταδικαστέα. Έτσι, οι ευθύνες για τις όποιες επαναλαμβανόμενες κυβερνητικές αστοχίες και ανεπάρκειες, επιδιώκεται να μετατοπιστούν προς την κοινωνία συλλογικά, προς κοινωνικές ομάδες αποσπασματικά και προς τους πολίτες ατομικά: Κατά βάση ενοχοποιούνται οι πολίτες, οι κοινωνικές ομάδες και η κοινωνία επειδή φαίνεται ότι δεν πιστεύουν και δεν εφαρμόζουν στον επιθυμητό βαθμό τα υγειονομικά μέτρα διαφόρων ειδών που ανακοινώνονται από τις κυβερνήσεις. Όμως η αρμοδιότητα της πολιτικής ηγεσίας που διαχειρίζεται την πολιτική εξουσία, δεν περιορίζεται στην απλή ανακοίνωση υγειονομικών μέτρων, αλλά επεκτείνεται στην επιλογή μέτρων που να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένα, πρακτικά εφαρμόσιμα και ανθεκτικά στην βάσανο της κοινής λογικής, στην ορθολογική και αποτελεσματική επεξήγηση των μέτρων προς την κοινωνία, και στην άσκηση ουσιαστικής αστυνόμευσης για την εφαρμογή των μέτρων. Και όταν αυτά τα μέτρα δεν εφαρμόζονται επαρκώς οι παραβάτες πρέπει να τιμωρούνται επειδή παρανομούν, όμως η ευρύτερη ευθύνη δεν είναι συλλογικά κοινωνική αλλά συγκεκριμένα πολιτική έναντι εκείνων που τα αποφάσισαν θεωρητικά και απέτυχαν να τα εφαρμόσουν πρακτικά.

Εν ολίγοις, η άσκηση της δημόσιας πολιτικής είναι προφανώς πολύ πιο εύκολη και πολύ πιο ευχάριστη σε περιόδους ομαλότητας και ευημερίας παρά σε περιόδους κρίσης και ανωμαλίας. Όμως το μέγεθος της επιτυχίας και η έκταση της αποτυχίας συναρτώνται με την αποτελεσματική διαχείριση των καταστάσεων που εκφεύγουν από την πολιτική ραστώνη της καθημερινής ρουτίνας. Και παρόλο που το παιχνίδι της αλληλοεπίρριψης ευθυνών είναι παλιό και γνώριμο μεταξύ των πολιτικών, είναι επιεικώς λανθασμένη η επίρριψη ευθυνών προς την πλευρά των πολιτών. Εξάλλου στη δημοκρατία κρίνουν οι πολίτες τους πολιτικούς και όχι οι πολιτικοί τους πολίτες. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πολίτες μπορούν να κρίνουν τους πολιτικούς ακόμα και ως ανεπαρκείς ή ως διεφθαρμένους, όμως δεν μπορούν οι πολιτικοί να κρίνουν τους πολίτες σαν βλαμμένους ή σαν ψεκασμένους.

[Εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"]

1 Νοεμβρίου 2020

Ακροδεξιά: Αποκλίνουσες προσεγγίσεις αντιμετώπισης

Στην Ελλάδα και στην Κύπρο εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται δύο πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση των αδελφών οργανώσεων, της Χρυσής Αυγής και του ΕΛΑΜ. Η ελλαδική προσέγγιση βασίστηκε στην νομιμότητα, στην θεσμικότητα, στην αποφασιστικότητα και στην αποτελεσματικότητα. Η κυπριακή προσέγγιση βασίζεται στον ανοχή, στον εξευμενισμό, στην κανονικοποίηση και στην αναβλητικότητα. Παρόλο που είναι ευρέως γνωστό, αποδεκτό και προφανές ότι η Χρυσή Αυγή και το ΕΛΑΜ αποτελούν τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος, λόγω των διαφορετικών προσεγγίσεων σε Ελλάδα και Κύπρο η σημερινή κατάληξη της κάθε όψης είναι προς το παρόν εκ διαμέτρου αντίθετη: Η ηγεσία της Χρυσής Αυγής βρίσκεται καταδικασμένη στα κελιά της φυλακής, ενώ η ηγεσία του ΕΛΑΜ κοσμεί τα έδρανα της κυπριακής Βουλής.

Η ειδοποιός διαφορά των δύο προσεγγίσεων είναι η εξής: Στην Ελλάδα η ηγεσία της Χρυσής Αυγής θεωρήθηκε ύποπτη για την καθοδήγηση, την διοργάνωση και την υπόθαλψη περιστατικών πολιτικής βίας και ακολούθως μετά από την σχετική διερεύνηση διαπιστώθηκε η ενοχή της, ενώ στην Κύπρο η ηγεσία του ΕΛΑΜ θεωρείται αμέτοχη στην καθοδήγηση, την διοργάνωση και την υπόθαλψη περιστατικών πολιτικής βίας, με αποτέλεσμα να παραμένει στο απυρόβλητο απολαμβάνοντας μια ιδιότυπη πολιτική ασυλία. 

Στην Κύπρο, κατά τα τελευταία χρόνια, έχουν καταγραφεί συγκεκριμένα περιστατικά πολιτικής βίας τα οποία αποδίδονται σε ακροδεξιούς κύκλους, αλλά δεν αναζητήθηκαν ευθύνες σχετικά με την διοργάνωσή τους. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα ακόλουθα: Τον Μάρτη του 2014 στη Λεμεσό, σε εκδήλωση με ομιλητή τον πρώην  ηγέτη των τουρκοκυπρίων,  Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, κάποια άτομα που φορούσαν κράνη απώθησαν τους αστυνομικούς, έσπασαν τις γυάλινες εισόδους, εισέβαλαν βίαια στην αίθουσα, έριξαν κροτίδες, πέταξαν αναμμένο πυρσό και τραυμάτισαν τουρκοκύπριο δημοσιογράφο. Τον Οκτώβρη του 2020 στην ελεύθερη περιοχή Αμμοχώστου, στον χώρο μπροστά από το οδόφραγμα της Δερύνειας, κάποια άτομα που φορούσαν κουκούλες και κρατούσαν ρόπαλα, έσπρωξαν αστυνομικούς, έσπασαν το σιδερένιο κιγκλίδωμα και τις δοκούς ασφαλείας, πέταξαν φωτοβολίδες, άναψαν πυρσούς, προκάλεσαν πυρκαγιά στην νεκρή ζώνη και προξένησαν ζημιές στο φυλάκιο της Εθνικής Φρουράς. 

Ένας βασικός λόγος για τον οποίο καταδικάστηκε και φυλακίστηκε η ηγεσία της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα ως υπεύθυνη για την διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης ήταν η ουσιαστική διερεύνηση που οδήγησε στον διαπιστωμένο ενεργό ρόλο της στην οργανωμένη χρήση βίας από στελέχη και μέλη της οργάνωσης. Δηλαδή, μετά από ενδελεχή έρευνα των αρμόδιων αρχών του ελληνικού κράτους διαπιστώθηκε ότι ο δολοφόνος του Παύλου Φύσα ή οι δολοφόνοι του Σαχζάτ Λουκμάν δεν έδρασαν αυθόρμητα και ατομικά αλλά οι δολοφονίες έγιναν οργανωμένα και συλλογικά υπό την καθοδήγηση των ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής. 

Ένας βασικός λόγος για τον οποίο δεν καταδικάστηκε και δεν φυλακίστηκε η ηγεσία του ΕΛΑΜ στην Κύπρο ως υπεύθυνη για την διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης είναι η απουσία ουσιαστικής διερεύνησης σχετικά με τον ρόλο της στην οργανωμένη χρήση βίας από στελέχη και μέλη της οργάνωσης. Δηλαδή, λόγω του ότι δεν πραγματοποιήθηκε ενδελεχής έρευνα των αρμόδιων αρχών του κυπριακού κράτους δεν διαπιστώθηκε εάν π.χ. στα πρόσφατα επεισόδια βίας στην Δερύνεια ή π.χ. στα παλαιότερα επεισόδια βίας στην Λεμεσό οι συμμετέχοντες έδρασαν αυθόρμητα και ατομικά ή εάν η τα επεισόδια βίας πραγματοποιήθηκαν οργανωμένα και συλλογικά υπό την καθοδήγηση των ηγετικών στελεχών του ΕΛΑΜ. 

Η παραδοξότητα της απόκλισης μεταξύ των δύο προσεγγίσεων καθίσταται εντονότερη εάν ληφθούν υπόψη οι δύο βασικές διαστάσεις της πολιτικής βίας: Η πρώτη αφορά την ένταση της φυσικής βίας και η δεύτερη αφορά την έκταση του πολιτικού διακυβεύματος. Στην Ελλάδα η ένταση της φυσικής βίας ήταν μεγαλύτερη, αφού αφαιρέθηκαν ανθρώπινες ζωές. Όμως στην Κύπρο η έκταση του πολιτικού διακυβεύματος είναι μεγαλύτερη, αφού η πρόσφατη κυπριακή ιστορία δείχνει ότι οι άφρονες προβοκατόρικες ενέργειες μπορούν να οδηγήσουν σε εντάσεις, σε επεισόδια, σε συγκρούσεις και σε πόλεμο, δίνοντας αφορμές σε εκείνους που τις αναζητούν. Ως εκ τούτου, οι κυπριακές αρχές οφείλουν άμεσα να ευθυγραμμιστούν με τις ελληνικές αρχές και να διερευνήσουν επί της ουσίας τον ρόλο της ηγεσίας του ΕΛΑΜ σε σειρά περιστατικών πολιτικής βίας που πραγματοποιήθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια, πριν προκύψουν μη αναστρέψιμα και απευκταία γεγονότα.   

Επιπρόσθετα, οι κυπριακές αρχές σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές οφείλουν να διερευνήσουν το είδος, την έκταση και το βάθος των σχέσεων του ΕΛΑΜ με την Χρυσή Αυγή, αφού η τελευταία έχει κριθεί από την ελληνική δικαιοσύνη ως εγκληματική οργάνωση. Λαμβάνοντας υπόψη τις διαχρονικές εκατέρωθεν εξ ιδίων αναφορές περί της ομοούσιας και αδιαίρετης σχέσης των δύο οργανώσεων, είναι απαραίτητη η διερεύνηση των οικονομικών, των διοικητικών, των λειτουργικών και των υποστηρικτικών μεταξύ τους σχέσεων. Παρόλο που κατά το τελευταίο διάστημα οι άμεσα εμπλεκόμενοι προσπαθούν απεγνωσμένα να απαρνηθούν τον εαυτό τους, θα αποτελούσε αφέλεια η αθώωση των λύκων επειδή ενδύθηκαν προβιές προβάτων. Ή όπως αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή απέναντι σε αυτούς που «έρχονται πρὸς ὑμάς ἐν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δέ εἰσι λύκοι άρπαγες» (Ματθ. 7,15).

[Εφημερίδα "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

18 Οκτωβρίου 2020

Η δεσπόζουσα θέση της πολιτικής διαφθοράς

Παρόλο που το κυπριακό επενδυτικό πρόγραμμα παρουσιαζόταν δήθεν σαν ευλογία για την κυπριακή οικονομία, στην πράξη λειτούργησε ως κατάρα για την Κυπριακή Δημοκρατία, εξαιτίας της βουλιμικής διαχείρισης της οποίας έτυχε, αφού δημιούργησε μια μεγάλη φούσκα στον τομέα των ακινήτων, ανέδειξε μια νέα κάστα υπερνεόπλουτων μεσαζόντων και ανέπτυξε περαιτέρω την παραδοσιακή κατηγορία των διεφθαρμένων πολιτικών. Κυρίως, όμως, εξέθεσε τη χώρα μας διεθνώς ως ένα κράτος της διαφθοράς και της διαπλοκής, και έπληξε ακόμα περισσότερο την ήδη κλονισμένη εμπιστοσύνη των Κυπρίων πολιτών στους θεσμούς της κυπριακής πολιτείας.


Η εκτόξευση των τιμών των ακινήτων συγκεκριμένου τύπου δεν προέκυψε ως αποτέλεσμα της πραγματικής αύξησης της αξίας τους, αλλά ανέκυψε ως απότοκο της αυξημένης ζήτησης βρώμικου χρήματος από την κυπριακή αγορά. Η φύση του βρώμικου χρήματος είναι τέτοια που το καθιστά γαλαντόμο, ώστε μέσα από την πλουσιοπάροχη διανομή του σε άτομα-κλειδιά να επιτραπεί η νομιμοφανής πλέον δαπάνη του. Δυστυχώς, η αρχιτεκτονική του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος, σε συνδυασμό με την προθυμία της διαπλοκής ορισμένων πολιτικών προσώπων, ήταν τέτοια που το καθιστούσε ιδανικό για την προσέλκυση γκρίζων, σκοτεινών και χουβαρντάδων επενδυτών.

Πέρα από τις ανωτέρω προφανείς αρνητικές επιπτώσεις της κατάχρησης του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος, έχει παράλληλα εκκολαφθεί μια σημαντική δομική επίπτωση στο κυπριακό πολιτικό σύστημα: Ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού της χώρας έχει εδραιωθεί αυθαίρετα σε ισχυρή δεσπόζουσα θέση, εξαιτίας του πλεονεκτήματος της μεγάλης οικονομικής ισχύος που κατάφερε να συγκεντρώσει μέσα από την διαπλοκή και την διαφθορά σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Αυτή η οικονομική ισχύς διευκολύνει τη διαιώνιση της παραμονής στην δεσπόζουσα θέση εξαιτίας των προφανών δυνατότητων που προσφέρει για την αγορά και την εξαγορά υπηρεσιών και προσώπων που επηρεάζουν και καθορίζουν σημαντικές αποφάσεις.

Για την αποδέσμευση της πολιτικής ζωής από αυτό τον φαύλο κύκλο αποτελεί μονόδρομο η ενδελεχής διερεύνηση του συνόλου των πολιτογραφήσεων που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο του επενδυτικού προγράμματος, ώστε να εντοπιστούν και να εξοστρακιστούν όσοι πολιτικοί έχουν εμπλακεί σε αυτό με τρόπο προβληματικό και αντιδεοντολογικό. Είναι εξάλλου προφανές ότι τα πολιτικά πρόσωπα που εμφανίζονται στο πρόσφατο ντοκιμαντέρ του δικτύου Al Jazeera να εμπορεύονται την πολιτική τους επιρροή προς εξυπηρέτηση αμφιβόλου προελεύσεως επενδυτών, δεν αποτελούν τους μοναδικούς Κύπριους πολιτικούς που έχουν επιδοθεί σε αυτή τη δραστηριότητα. Η ενδεχόμενη προσπάθεια παρεμπόδισης της διερεύνησης στη βάση αιτιάσεων που θα παραπέμψουν στις ελληνικές καλένδες θα έχει ως ανομολόγητο αυτοσκοπό τη συγκάλυψη και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπιστεί από τις υγιείς πολιτικές δυνάμεις και από την κυπριακή κοινωνία.

Η Κυπριακή Δημοκρατία, ως ένα ημικατεχόμενο κράτος με ανοικτά πολιτικά μέτωπα και βρισκόμενο υπό διαρκή στρατιωτική απειλή, δεν διέθετε και δεν διαθέτει την πολυτέλεια της επιλογής αμφιλεγόμενων οικονομικών πρακτικών που θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία, τη σοβαρότητα και τη θεσμικότητα που πρέπει να τη χαρακτηρίζουν. Οι αναπτυξιακές προσπάθειες των δημιουργικών δυνάμεων της κυπριακής οικονομίας ναρκοθετούνται από τις καιροσκοπικές ενέργειες που αποσκοπούν στο γρήγορο και στο εύκολο κέρδος με κινητήριο δύναμη τη νοοτροπία της αρπαχτής και το πλεονέκτημα της διαπλοκής. Η κάθαρση ενδεχομένως να παρουσιαστεί από ορισμένους κύκλους ως παρακινδυνευμένη και βλαβερή για την κυπριακή οικονομία, υπό το πρόσχημα της ζημιάς που θα δημιουργηθεί από την αποκάλυψη της έκτασης και του βάθους της σήψης. Έτσι θα προταχθεί διακριτικά η σιωπή και η απόκρυψη της αλήθειας κάτω από το χαλί. Όμως σε αυτά απαντά χαρακτηριστικά ο Διονύσιος Σολωμός, υπογραμμίζοντας ότι «το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές». Επειδή διαφορετικά, οι λίγοι θα συνεχίσουν να ασελγούν ανερυθρίαστα στο δημόσιο συμφέρον και οι πολίτες θα συνεχίσουν να τρέφονται με ψευδαισθήσεις.


[Εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"]

Χρυσή Αυγή και ΕΛΑΜ

Το ΕΛΑΜ είναι σάρξ εκ της σαρκός της της Χρυσής Αυγής και εφόσον η Χρυσή Αυγή έχει καταδικαστεί από την ελληνική δικαιοσύνη ως εγκληματική οργάνωση, το ΕΛΑΜ δεν μπορεί να παραμένει στο απυρόβλητο. Παρόλο που διαχρονικά το ΕΛΑΜ αυτοπροσδιοριζόταν και αυτοδιαφημιζόταν ως «η Χρυσή Αυγή της Κύπρου»,  πριν αλέκτορα φωνήσαι απαρνείται την σχέση του με την μητρική οργάνωση. Αυτή η απότομη μεταστροφή προκαλεί θυμηδία, όμως ταυτόχρονα είναι ενδεικτική της επίγνωσης του ΕΛΑΜ για τον ρόλο που έχει διαδραματίσει και της ανησυχίας του ΕΛΑΜ ως προς την δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει. Η κυπριακή Πολιτεία οφείλει να ενεργήσει άμεσα και να διερευνήσει διεξοδικά τις σχέσεις του ΕΛΑΜ με την Χρυσή Αυγή ώστε να διαπιστώσει την μορφή και τον βαθμό της εκατέρωθεν συνεργασίας και της εκατέρωθεν συμβολής στην διεύθυνση της εγκληματικής οργάνωσης. Ωστόσο, εάν η κυπριακή πολιτεία αδρανήσει, θα έχει εξυπηρετήσει και συγκαλύψει εκείνους που αφενός έχουν συμβάλει στην δραστηριότητα μιας εγκληματικής οργάνωσης στην Ελλάδα και που έχουν εργαστεί για την επέκταση της δραστηριότητας μιας εγκληματικής οργάνωσης στην Κύπρο.


Ακολούθως παρατίθενται ορισμένες ενδεικτικές δημόσιες αναφορές ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής και του ΕΛΑΜ που καταδεικνύουν την στενή οργανική και επιχειρησιακή μεταξύ τους σχέση:

  • Ο πρόεδρος του ΕΛΑΜ, Χρίστος Χρίστου, σε τηλεοπτική συζήτηση στις 18 Σεπτεμβρίου 2013 απάντησε στην δημοσιογραφική ερώτηση «Είσαστε η αντίστοιχη Χρυσή Αυγή της Κύπρου;», ως εξής: «Είμαστε η Χρυσή Αυγή της Κύπρου. Και να σας ενημερώσω ότι, όταν ξεκίνησε το Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο, κατατέθηκε αρχικώς η ονομασία “Χρυσή Αυγή”, η οποία δεν έγινε αποδεκτή από το Υπουργείο Εσωτερικών και γι’ αυτό προχωρήσαμε στη δημιουργία του Εθνικού Λαϊκού Μετώπου». Επιπρόσθετα, όταν ερωτήθηκε διευκρινιστικά την ερώτηση «Άρα είσαστε το ένα και το αυτό με την Χρυσή Αυγή;», απάντησε ότι «Δεν το έχουμε κρύψει ποτέ».
  • Ο υπαρχηγός της Χρυσής Αυγής, Ηλίας Κασιδιάρης, ανέφερε τα εξής για τον πρόεδρο του ΕΛΑΜ, Χρίστο Χρίστου, στις 26 Μαΐου 2016, στα πλαίσια διαδικτυακής εκπομπής αφιερωμένης στην είσοδο του ΕΛΑΜ στην Βουλή των Αντιπροσώπων: «Είναι ένα γνήσιο παιδί της Χρυσής Αυγής, ήτανε και στην προσωπική φρουρά του Αρχηγού, ήταν στην ομάδα αυτή με τα κόκκινα τζόκει, ήταν στην προσωπική φρουρά του Νίκου Μιχαλολιάκου ο Χρίστος ο Χρίστου, στέλεχος μέσα από τα σπλάχνα της οργάνωσης της Χρυσής Αυγής, και γι' αυτό το λόγο και γίνεται τόσο καλή δουλειά και στην Κύπρο σήμερα. Έχουμε βγάλει, το ξαναλέω, το ίδιο σχολείο του εθνικισμού με τον Χρίστο.»
  • Ο πρόεδρος του ΕΛΑΜ, Χρίστος Χρίστου, σε τηλεοπτική συζήτηση στις 28 Σεπτεμβρίου 2013 δήλωσε σχετικά με την προσαγωγή της Χρυσής Αυγής στην Δικαιοσύνη ότι «στο απόσπασμα αυτή την στιγμή βρίσκεται μια ιδεολογία, και συγκεκριμένα ο ελληνικός εθνικισμός, έχουν βάλει σκοπό να μας θέσουν εκτός πολιτικής σκηνής, ξεχνούν όμως ότι δημιουργούν ένα πολιτικό περιβάλλον ασταθές, και όποιος παίζει με την φωτιά, υπάρχει περίπτωση να καεί». Ακολούθως ερωτήθηκε: «Όλα όσα γίνονται δεν σας οδηγούν ίσως να σκεφτείτε να αποκόψετε τους όποιους δεσμούς και να λειτουργήσετε αυτόνομα;», και απάντησε ως εξής: «Όχι, θεωρώ τον κ. Μιχαλολιάκο ως τον πιο έντιμο πολιτικό της Ελλάδος και δεν θα αποκόψουμε κανένα δεσμό.»
  • Ο πρόεδρος του ΕΛΑΜ, Χρίστος Χρίστου, ως υποψήφιος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 19 Ιανουαρίου 2018, σε ομιλία του στα κεντρικά γραφεία της Χρυσής Αυγής στην Αθήνα, ανάφερε ότι «οι Έλληνες της Κύπρου δεν έχουν συμμάχους, ο μοναδικός φυσικός τους σύμμαχος είναι η Ελλάδα, και Ελλάδα για εμένα σήμερα σημαίνει Χρυσή Αυγή».

Ωστόσο, στις 7 Οκτωβρίου 2020, λίγες ώρες μετά από την έκδοση καταδικαστικής απόφασης εναντίον της Χρυσής Αυγής από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, το ΕΛΑΜ εξέδωσε ανακοίνωση  όπου τόνιζε πως «εδώ και καιρό έχει διακόψει κάθε είδους συνεργασία και επαφή με τον Λαϊκό Σύνδεσμο Χρυσή Αυγή» και υπογράμμιζε ότι «άλλο το ΕΛΑΜ και άλλο η Χρυσή Αυγή». 

Είναι προφανές ότι το ΕΛΑΜ, ως παράρτημα της Χρυσής Αυγής στην Κύπρο, βρίσκεται σε μία δεινή θέση από την οποία θέλει να δραπετεύσει ανέξοδα και ανώδυνα. Όμως η Κυπριακή Πολιτεία δεν μπορεί να παραμείνει αδρανής και αδιάφορη. Η σχέση του ΕΛΑΜ με την Χρυσή Αυγή δεν ήταν πλατωνική αλλά ουσιαστική και ως τέτοια πρέπει να διερευνηθεί, να αξιολογηθεί και να κριθεί. Διαφορετικά θα έχει εκ των πραγμάτων, ανομολόγητα και προκλητικά, συγκαλυφθεί η οργανική σχέση ενός κυπριακού «πολιτικού κόμματος» με μια εγκληματική οργάνωση. 

[Εφημερίδα "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

31 Μαΐου 2020

Η τόνωση ως αφετηρία

Οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας του COVID-19 κατέστησαν απαραίτητη την διαφοροποίηση των κραταιών οικονομικών προσεγγίσεων σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, αναδεικνύοντας τους περιορισμούς και τις αδυναμίες τους. Ιδιαίτερα στο περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η μετάβαση από την επικρατούσα πολιτική της λιτότητας στην αναδυόμενη πολιτική της τόνωσης, διαμορφώνεται μέσα από την αντιπαράθεση της εμμονής στην εφαρμοζόμενη πρακτική και της διάθεσης για διαμόρφωση καταλληλότερων προσεγγίσεων. Ωστόσο, οι δρομολογούμενες πολιτικές τόνωσης της οικονομίας, σε αντιδιαστολή με τις προηγουμένως εφαρμοζόμενες πολιτικές οικονομικής λιτότητας, δεν αποτελούν τον προορισμό και τον αυτοσκοπό, αλλά την αφετηρία και την οδό για την ανάκαμψη και την ευημερία. Δηλαδή, η χρηματοδότηση, η επιδότηση και η δανειοδότηση των επιχειρήσεων και των πολιτών, αφενός είναι απαραίτητη, αλλά αφετέρου δεν είναι αρκετή για να αναχαιτίσει την διογκούμενη οικονομική ύφεση. Κομβικής σημασίας είναι η αναπτυξιακή αξιοποίηση των διατιθέμενων οικονομικών πόρων, ώστε πέρα από την βραχυπρόθεσμη ανακούφιση, να αποδίδουν μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη προστιθέμενη αξία. Διαφορετικά, θα πρόκειται για μία μεγάλη χαμένη ευκαιρία, που θα αποτελέσει μια ενδιάμεση ανάπαυλα πριν από την επαναφορά στις παθογένειες της προηγούμενης κανονικότητας. 


Η αποτελεσματική αξιοποίηση της τόνωσης οφείλει να εστιάζεται στην στοχευμένη αναβάθμιση των δυνατοτήτων του κράτους, των επιχειρήσεων και των πολιτών, ώστε να είναι σε θέση να λειτουργήσουν καλύτερα στο σύγχρονο απαιτητικό περιβάλλον. Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι απαραίτητος ο ενιαίος αναπτυξιακός σχεδιασμός  μέσα από την συνεργασία των κοινωνικών εταίρων υπό τον συντονισμό και την εποπτεία του κράτους, ώστε να αποφεύγεται ο αυτοσχεδιασμός και η αποσπασματικότητα υπό την προσδοκία της λεγόμενης αυτορρύθμισης.  Ειδικότερα, είναι σημαντική η ενίσχυση του κράτους αναφορικά με την γενικότερη άσκηση της δημόσιας διοίκησης μέσα από την απλοποίηση των υφιστάμενων διαδικασιών και την εισαγωγή σύγχρονων τεχνολογικών υποδομών, ενώ είναι απαραίτητη η επανοικοδόμηση του κράτους πρόνοιας με έμφαση στους τομείς της δημόσιας εκπαίδευσης, της δημόσιας υγείας και της κοινωνικής πολιτικής, καθώς και η ενίσχυση του τομέα της ασφάλειας των πολιτών. Παράλληλα είναι σημαντική η περαιτέρω ποιοτική αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, τόσο προς την εσωτερική όσο και προς την εξωτερική αγορά, ενώ είναι απαραίτητη η επικέντρωση στην περαιτέρω ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού. Ακόμη, είναι σημαντική η προώθηση ενός λειτουργικού και διαφανούς πλαισίου επιχειρηματικής δραστηριότητας, και η διαμόρφωση ενός δικαιότερου έμπρακτα εφαρμοζόμενου πλαισίου εργασιακών σχέσεων. Επίσης, είναι σημαντική η επίτευξη της διασύνδεσης της ακαδημαϊκής έρευνας και της καινοτομίας με την αγορά και τον επιχειρηματικό κόσμο, για την δημιουργία νέων, καινοτόμων και σύγχρονων προϊόντων και υπηρεσιών που θα είναι ανταγωνιστικά σε διεθνές επίπεδο.

Η τόνωση της οικονομίας είναι απαραίτητη για την αποφυγή της περιδίνησης στην ύφεση. Όμως η αναπτυξιακή αξιοποίηση της τόνωσης είναι εκ των ων ουκ άνευ για την επανεκκίνηση της οικονομίας με καλύτερους όρους, καλύτερες προϋποθέσεις και καλύτερες προοπτικές. Οι προηγούμενες δεκαετίες βρίθουν παραδειγμάτων πολλών κρατών που απέτυχαν να αξιοποιήσουν εποικοδομητικά τις χρηματοδοτικές δυνατότητες που είχαν στην διάθεσή τους, οι οποίες είτε αγνοήθηκαν, είτε εξαφανίστηκαν, είτε διασπαθίστηκαν. Στη σημερινή συγκυρία, η συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της είναι άμεσα συνυφασμένη με την ουσιαστική αξιοποίηση των οικονομικών πόρων που συνεπάγεται η εφαρμογή των πολιτικών τόνωσης της οικονομίας. Επειδή εξάλλου, η αποτελεσματική εφαρμογή της τόνωσης, θα σημάνει την οριστική απομάκρυνση από τις ιδεολογικές αγκυλώσεις που επέβαλαν τις πολιτικές της λιτότητας.   

[Εφημερίδα "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

17 Μαΐου 2020

Κορωνοϊός, δημοκρατία και αυταρχισμός

Η επίδραση της πανδημίας του κορωνοϊού στην πολιτική ζωή είναι  προφανής και εκτενής διεθνώς, ενώ γίνεται ιδιαίτερα αισθητή σε σχέση με τον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας υπό τις έκτακτες συνθήκες της ιδιάζουσας και πολυεπίπεδης κρίσης. Παρόλο που η διάκριση μεταξύ της δημοκρατικής και της αυταρχικής διαχείρισης της εξουσίας είναι σαφής και ξεκάθαρη, οι έκτακτες συνθήκες δημιουργούν γκρίζες ζώνες ανοχής, όπου κάποιες αμφιλεγόμενες πρακτικές καθίστανται υπό τις περιστάσεις ευρύτερα ανεκτές, ως απαραίτητες για λόγους δημοσίου συμφέροντος και βιολογικής επιβίωσης. Ωστόσο, για την αποφυγή της ανεπαίσθητης κανονικοποίησης της όποιας μετάβασης από την δημοκρατία στον αυταρχισμό, είναι σημαντική η κριτική αξιολόγηση, τόσο από τις κυβερνήσεις όσο και από τις κοινωνίες, των διαφόρων εφαρμοζόμενων πρακτικών, από πλευράς κινήτρων, αναγκαιότητας, έντασης, έκτασης και διάρκειας.


Ως πολιτικός αυταρχισμός προσδιορίζεται συνήθως η διακυβέρνηση στα πλαίσια της οποίας η εκάστοτε κεντρική κυβέρνηση συγκεντρώνει υπερεξουσίες  - χωρίς ελέγχους και ισορροπίες - τις οποίες επιδιώκει στοχευμένα να αυξήσει και να διαιωνίσει, ενώ παράλληλα οι ατομικές και συλλογικές πολιτικές ελευθερίες συστέλλονται και αναστέλλονται. Παρόλο που τα αυταρχικά καθεστώτα προσδιορίζονται συχνά ως ολιγαρχικά, μονοκομματικά ή δικτατορικά, τα δημοκρατικά κράτη δεν διαθέτουν πολιτική ανοσία στον αυταρχισμό. Ο αυταρχισμός μπορεί να εμφανιστεί ξαφνικά ή να αναπτυχθεί σταδιακά σε οποιοδήποτε πολιτικό περιβάλλον όταν οι συνθήκες καταστούν πρόσφορες, όταν ορισμένοι το επιδιώξουν και όταν κάποιοι το επιτρέψουν. 
Έτσι, υπό την υφιστάμενη πανδημία, οι συνθήκες διεθνώς καθίστανται πρόσφορες για την ανάδυση του αυταρχισμού, οι διαχειριστές της εξουσίας επιδιώκουν αποφασιστικά την διεύρυνση του ρόλου τους και οι πολίτες επιτρέπουν ανεκτικά την διαφοροποίηση που προκύπτει, η οποία γίνεται αντιληπτή σαν αναπόδραστη αναγκαιότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, σε διάφορες χώρες λαμβάνονται σχετικές αποφάσεις και εφαρμόζονται σχετικά μέτρα: Π.χ. υπάρχουν περιπτώσεις κρατών όπου ενοχοποιούνται συγκεκριμένες μειονότητες, ανατροφοδοτείται ο κοινωνικός αυτοματισμός, ασκείται εκφοβισμός στην κριτική των κυβερνητικών χειρισμών, στοχοποιούνται τα εναλλακτικά αφηγήματα, διαστρεβλώνονται τα στατιστικά στοιχεία, εισάγονται μορφές τεχνολογικής παρακολούθησης, περιορίζονται οι ατομικές ελευθερίες, ενισχύονται οι δυνατότητες των σωμάτων ασφαλείας, αυξάνονται άκριτα οι αρμοδιότητες της εκτελεστικής εξουσίας, αναστέλλονται εκλογές, διευρύνονται κυβερνητικές θητείες ή υιοθετούνται υστερόβουλες συνταγματικές αλλαγές.

Ίσως η βασικότερη διαφορά που έχει μια δημοκρατική διακυβέρνηση με μια αυταρχική διακυβέρνηση είναι η εξής: Αφενός, στην περίπτωση της πρώτης αυτοί που έχουν την εξουσία είναι συμφιλιωμένοι με το ενδεχόμενο να την απωλέσουν, θέτοντας τους εαυτούς τους στην κρίση του λαού και αποδεχόμενοι ως αυτονόητη την πολιτική εναλλαγή. Αφετέρου, στην περίπτωση της δεύτερης αυτοί που έχουν την εξουσία θεωρούν αδιανόητο να την χάσουν, ταυτίζοντας τους εαυτούς τους με το συμφέρον και την επιβίωση του λαού, παρουσιάζοντας ως επικίνδυνη την ενδεχόμενη πολιτική αλλαγή. Δηλαδή, σε μια δημοκρατική διακυβέρνηση οι κυβερνώντες σέβονται και εφαρμόζουν τους πολιτικούς κανόνες, ενώ σε μια αυταρχική διακυβέρνηση οι κυβερνώντες επιδιώκουν να φέρουν τους πολιτικούς κανόνες στα μέτρα τους ώστε να τους εξυπηρετούν και με βάση αυτούς να συνεχίσουν να κυβερνούν στο διηνεκές. Και επειδή η παγκόσμια κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού έχει συγκεκριμένο ορίζοντα και ημερομηνία λήξης που είναι συναρτημένος με την πρόοδο των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας, στο μεσοδιάστημα είναι απαραίτητη η διατήρηση των δημοκρατικών αντανακλαστικών των δημοκρατικών κυβερνήσεων και των δημοκρατικών κοινωνιών, ώστε να εξακολουθήσουν να είναι δημοκρατικές κυβερνήσεις και δημοκρατικές κοινωνίες στο μέλλον. 

[Εφημερίδα "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

3 Μαΐου 2020

Αναδυόμενες πολιτικές επιπτώσεις της πανδημίας

Οι πολιτικές επιπτώσεις που εξελικτικά προκύπτουν ως αποτέλεσμα της πανδημίας του COVID-19, είναι σημαντικές και ενδιαφέρουσες. Η προσδοκία της επαναφοράς στην κανονικότητα είναι κατανοητή και αναμενόμενη, όμως η νέα κανονικότητα θα διαφέρει πιθανότητα κατά πολύ από την προηγούμενη. Ο νέος κόσμος που διαμορφώνεται ενδεχομένως να είναι καλύτερος ή χειρότερος, αναλόγως της εξέλιξης διαφόρων παραμέτρων που αλληλοεπιδρούν με την παρούσα  κατάσταση, οδηγώντας σε διάφορα θετικά ή αρνητικά δυνητικά αποτελέσματα.


Ορισμένες από αυτές τις παραμέτρους σε διάφορα επίπεδα, μπορούν να προσδιοριστούν ως ακολούθως:

  1. Αναδεικνύεται η αναγκαιότητα της διεθνούς συνεργασίας και προετοιμασίας για την συντονισμένη διαχείριση τόσο της υφιστάμενης όσο και μελλοντικών ανάλογων κρίσεων, αφού διαπιστώνεται ότι η αποσπασματική διαχείριση σε εθνικό ή ακόμα και περιφερειακό επίπεδο έχει πεπερασμένες δυνατότητες. 
  2. Ενισχύεται η εθνική αποστασιοποίηση και κατ' επέκταση ο εθνικός απομονωτισμός, παράλληλα με την κοινωνική αποστασιοποίηση, εξαιτίας της αντίληψης για τη φύση της μετάδοσης του νέου κορωνοϊού (2019-nCoV) και της καχυποψίας για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που εφαρμόζονται σε άλλα εθνικά πλαίσια.
  3. Αναδύονται οι αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι αποκλίνουσες προτεραιότητες των κρατών μελών αναφορικά με την έμπρακτη εφαρμογή της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και την εφαρμογή πολιτικών αντιμετώπισης των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. 
  4. Ενισχύεται η αντίληψη για τη σημαντικότητα του ρόλου του κράτους σε συγκεκριμένους τομείς όπως η δημόσια υγεία, η πολιτική προστασία, οι δημόσιες υποδομές και ο αναπτυξιακός σχεδιασμός σε αντιδιαστολή με την προηγουμένως επικρατούσα αντίληψη για οριζοντίως λιγότερο κράτος και περισσότερη ελευθερία στις λεγόμενες δυνάμεις της αγοράς.
  5. Επικρατεί η άσκηση πολιτικής χαμηλού ρίσκου για την διαχείριση της κρίσης, όπου οι εθνικές κυβερνήσεις μετακυλούν την λήψη αποφάσεων στους εκάστοτε επιστημονικά αρμόδιους, καθιστώντας ασαφή την πολιτική ευθύνη για τις ευρύτερες επιπτώσεις των πολιτικών επιλογών.
  6. Καθίσταται επίκαιρη η πολιτική τόνωσης της οικονομίας για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, σε αντιδιαστολή με την πολιτική λιτότητας που επικράτησε κατά τη διαχείριση της προηγούμενης οικονομικής κρίσης. 
  7. Εξακολουθούν πολλές εθνικές κυβερνήσεις να βρίσκονται σε αναζήτηση βηματισμού για την εφαρμογή της πολιτικής για τόνωση της οικονομίας, αφού πέρα από την εισαγωγή μέτρων αρχικής ανακούφισης, τελούν υπό διαμόρφωση τα απαραίτητα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα πακέτα μέτρων. 
  8. Δημιουργούνται προϋποθέσεις για υιοθέτηση, αποδοχή και κανονικοποίηση αυταρχικών και ολοκληρωτικών πολιτικών, υπό το φως του φόβου και του πανικού που αναπτύσσονται λόγω των γνωστών και άγνωστων χαρακτηριστικών του κορωνοϊού.
  9. Ενισχύεται περαιτέρω η τοξικότητα της δημόσιας συζήτησης, ιδιαίτερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου οι εκφραζόμενες απόψεις καθίστανται επιπρόσθετα φορτισμένες, αφού διάφορα ζητήματα τίθενται πλέον στη βάση του διακυβεύματος της ζωής και του θανάτου. 
  10. Κλιμακώνονται σταδιακά κάποιες, προϋπάρχουσες ή μη, γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, είτε ως αποτέλεσμα ενισχυόμενων αναγκών, είτε ως προϊόν ανάγνωσης συγκεκριμένων επεκτατικών ευκαιριών, είτε ως απότοκο της ανάγκης εθνικών κυβερνήσεων για εσωτερικό αποπροσανατολισμό.

Αναμένεται ότι οι επικείμενες εξελίξεις αναφορικά με την πρόληψη, τη διάγνωση και την θεραπεία του ιού θα είναι καθοριστικές για τις πολιτικές επιπτώσεις της πανδημίας, αλλά στο μεσοδιάστημα η πολιτική κατάσταση σε διεθνές επίπεδο παραμένει ρευστή. Το πολιτικό περιβάλλον της πανδημίας είναι αχαρτογράφητο και αστάθμητο, όμως η χαρτογράφηση και η στάθμιση είναι απαραίτητες για την ομαλοποίηση των πραγμάτων. Εξάλλου, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο χρειάζεται ψυχραιμία και ορθολογισμός, ώστε οι αρνητικές πολιτικές εξελίξεις να περιοριστούν και οι θετικές πολιτικές προοπτικές να επικρατήσουν.

[Εφημερίδα "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

12 Απριλίου 2020

Η Ευρωπαϊκή Ένωση σαν άλλοθι

Η επίκληση των περιορισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σαν άλλοθι για την αναποτελεσματική άσκηση πολιτικής από τις εκάστοτε εθνικές Κυβερνήσεις, αποτελεί μια διαχρονική πρακτική που είναι πολύ προσφιλής στις πολιτικές ηγεσίες των κρατών μελών. Ωστόσο, η σημαντικότητα της τρέχουσας συγκυρίας δεν μπορεί να επιτρέψει την καταφυγή σε αυτή την βολική ρητορική αναφορικά με την ανάγκη τόνωσης της οικονομίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να αναλάβει αποφασιστικές πρωτοβουλίες για την συλλογική ευρωπαϊκή αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού, οι οποίες προς το παρόν δεν έχουν αναληφθεί ικανοποιητικά. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη συστείλει εκτενώς τους περιορισμούς που αφορούν την παροχή κρατικών ενισχύσεων σε εθνικό επίπεδο, παρέχοντας σημαντικές δυνατότητες ευελιξίας υπό τις σημερινές συνθήκες της πανδημίας του κορωνοϊού. Και οι Κυβερνήσεις οφείλουν να αξιοποιήσουν αυτές τις δυνατότητες στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, στηρίζοντας άμεσα και έμμεσα τις επιχειρήσεις, τους οργανισμούς και τους πολίτες.


Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 13 Μαρτίου 2020, σχετικά με τη συντονισμένη οικονομική αντίδραση στην έξαρση της νόσου COVID-19, διευκρινίζεται ότι τα κράτη μέλη μπορούν να σχεδιάσουν ευρεία μέτρα στήριξης σύμφωνα με τους υφιστάμενους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν μέτρα όπως επιδοτήσεις μισθών, αναστολή πληρωμών εταιρικών φόρων, αναστολή πληρωμών φόρων προστιθέμενης αξίας, αναστολή πληρωμών κοινωνικών εισφορών, οικονομική ενίσχυση καταναλωτών, κρατική ενίσχυση σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν ελλείψεις ρευστότητας, κρατική ενίσχυση σε επιχειρήσεις που χρειάζονται επείγουσα ενίσχυση διάσωσης, καθώς και αποζημιώσεις σε εταιρείες για τις ζημίες που οφείλονται άμεσα σε έκτακτα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων τομέων όπως ο τουρισμός.

Ειδικότερα, στο Προσωρινό Πλαίσιο που εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 19 Μαρτίου 2020 και τροποποιήθηκε στις 3 Απριλίου 2020, προνοούνται συγκεκριμένες δυνατότητες για αξιοποίηση από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, όπως οι εξής:

  • Άμεσες επιχορηγήσεις, εισφορές μετοχικού κεφαλαίου, επιλεκτικά φορολογικά πλεονεκτήματα και προκαταβολές μέχρι €800 000 ευρώ σε εταιρείες.
  • Επιδοτούμενα κρατικά δάνεια σε εταιρείες με ευνοϊκό επιτόκιο, και με παροχή της δυνατότητας εφαρμογής μηδενικού επιτοκίου σε δάνεια ύψους μέχρι €800 000 ευρώ.
  • Επιδοτήσεις μισθών για τους εργαζόμενους σε εταιρείες τομέων ή περιφερειών που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία του κορωνοϊού, οι οποίες θα έπρεπε διαφορετικά να απολύσουν προσωπικό.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το προσωρινό πλαίσιο θα ισχύει μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 2020. Οπότε κάθε κυβέρνηση κράτους μέλους μπορεί να διαμορφώσει ένα συγκροτημένο σχέδιο αξιοποίησής των δυνατοτήτων που παρέχονται, αφενός γρήγορα επειδή οι ανάγκες της οικονομίας τρέχουν, και αφετέρου ψύχραιμα επειδή οι συγκεκριμένες δυνατότητες θα ισχύουν μέχρι το τέλος του έτους. Πέρα από τα μέτρα της αναστολής καταβολής δανειακών δόσεων και της παροχής κρατικών εγγυήσεων προς τις τράπεζες για την παροχή δανείων, που εφαρμόζονται από αριθμό κρατών μελών, υπάρχουν πολλές επιλογές που παρέχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τα κράτη μέλη, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν συνδυαστικά και αλληλοενισχυτικά. Η αναδυόμενη ύφεση της οικονομίας αναμένεται ότι θα είναι πολύ μεγάλη. Έτσι, τα μέτρα τόνωσης της οικονομίας πρέπει να είναι προγραμματισμένα, στοχευμένα, έγκαιρα, ισχυρά και αποτελεσματικά. Τόσο η έμμεση όσο και άμεση ενίσχυση της οικονομίας είναι απαραίτητη, χωρίς παρωχημένες δικαιολογίες κεκτημένης ταχύτητας που προτάσσουν ότι δήθεν «η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μας αφήνει».

[Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ]

5 Απριλίου 2020

Η μετατόπιση από την λιτότητα στην τόνωση

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που αναδύεται λόγω της πανδημίας του COVID-19 καθιστά απαραίτητη την τόνωση της οικονομίας μέσα από την εφαρμογή τολμηρών και ισχυρών οικονομικών μέτρων. Σε αντιδιαστολή με την διαχείριση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008, η οποία στην Ευρώπη είχε ως προμετωπίδα την λιτότητα, η επικρατούσα προσέγγιση για την διαχείριση των οικονομικών επιπτώσεων από τα μέτρα περιορισμού της πανδημίας του κορωνοϊού είναι η τόνωση της οικονομίας για την πρόληψη και αντιμετώπιση της αναδυόμενης οικονομικής ύφεσης. Δυστυχώς, οι επιπτώσεις της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκε κατά την τελευταία δεκαετία, με επίκεντρο την Ευρώπη, αυξάνουν τον βαθμό δυσκολίας για αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού, αφενός επιχειρησιακά λόγω της αποδυνάμωσης των δημόσιων συστημάτων υγείας, και αφετέρου οικονομικά λόγω των ασφυκτικών δημοσιονομικών περιορισμών. Σε αυτή την συγκυρία, είναι απαραίτητη η έγκαιρη δημιουργία των προϋποθέσεων για την γρήγορη μετατόπιση από την πολιτική της λιτότητας στην πολιτική της τόνωσης, με τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών.


Παρόλο που η διαμορφούμενη κατάσταση είναι ρευστή, για την επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής αποτελεσματικότητας των μέτρων τόνωσης της οικονομίας, είναι απαραίτητος ο έγκαιρος βραχυπρόθεσμος, μεσοπρόθεσμος και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, για να αξιοποιηθούν κατάλληλα οι υφιστάμενοι πόροι και για να εξευρεθούν έγκαιρα οι απαραίτητοι πόροι. Ιδιαίτερα όμως, είναι απαραίτητη η διαμόρφωση και η εφαρμογή ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής για την διαχείριση της οικονομικής κρίσης, με την ενεργοποίηση όλων των κοινών – και με την γρήγορη δημιουργία επιπρόσθετων – δημοσιονομικών εργαλείων. Διαφορετικά, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα εδραιωθούν έντονες υφεσιακές εξελίξεις με αντίστοιχες πολιτικές επιπτώσεις.

Για την ανάπτυξη των απαραίτητων δυνατότητων τόνωσης της οικονομίας και την εφαρμογή των αντίστοιχων μέτρων σε εθνικό επίπεδο, θα ήταν χρήσιμη η προώθηση των εξής πολιτικών μέτρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο:

  • Ενίσχυση της Πιστωτικής Γραμμής Ενισχυμένων Όρων (Enhanced Conditions Credit Line -ECCL) του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), ώστε να εφαρμοστεί  και να επεκταθεί η σημερινή δυνατότητα άντλησης χρηματοδότησης από το κάθε κράτος μέλος ύψους 2% του ΑΕΠ του, χωρίς προαπαιτούμενα και χωρίς μνημονιακές πρόνοιες.
  • Αξιοποίηση ενός «εργαλείου κοινού χρέους» υπό τη μορφή έκδοσης «ευρωομολόγου» το οποίο θα εκδοθεί από ευρωπαϊκό θεσμό για να αντληθεί χρηματοδότηση από τις αγορές, στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των κρατών μελών, διασφαλίζοντας σταθερή μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση, όπως εξάλλου έχουν ήδη προτείνει εννέα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 
  • Διαμόρφωση ενιαίων ευρωπαϊκών φορολογικών εργαλείων και συντελεστών για την παροχή ελαφρύνσεων που θα διευκολύνουν την ανάπτυξη και για την εισαγωγή ρυθμίσεων για τη διατήρηση ικανών δημοσίων εσόδων, όπως η εφάπαξ συνεισφορά του μεγάλου συγκεντρωμένου πλούτου, έτσι ώστε να μην παρατηρηθούν μετακινήσεις κεφαλαίων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαιτίας της εφαρμογής εθνικών πολιτικών διαφορετικών ταχυτήτων.   
  • Άσκηση ευέλικτης νομισματικής πολιτικής για διασφάλιση της διαθεσιμότητας της απαραίτητης ποσότητας χρήματος μέσα από την υποτίμηση της αξίας του ευρώ, ώστε να επιτευχθεί αναπτυξιακή ώθηση και ανταγωνιστική ευρωπαϊκή παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών σε διεθνές επίπεδο, όπως εξάλλου αναμένεται ότι θα συμβεί από τις Κεντρικές Τράπεζες των κρατών που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη. 

Εάν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης λειτουργήσουν  κοντόφθαλμα και αποσπασματικά, σύντομα θα βρεθούν αντιμέτωπες με σκληρά κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά αδιέξοδα. Εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργήσει στη βάση του εθνικού απομονωτισμού και των ιδεολογικών αγκυλώσεων, αντί να δράσει συγκροτημένα στη βάση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και του πολιτικού ορθολογισμού, θα ενισχυθεί περαιτέρω ο ευρωσκεπτικισμός και θα ενδυναμωθούν περισσότερο οι αντιευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη ισχυρότερων φυγόκεντρων τάσεων με ευρεία λαϊκά ερείσματα. Η μετατόπιση από την λιτότητα προς την τόνωση είναι σωστή. Αλλά για να είναι πρακτικά εφαρμόσιμη και ουσιαστικά αποτελεσματική στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χρειάζεται ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και πολιτική αποφασιστικότητα.

[Εφημερίδα "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

29 Μαρτίου 2020

Η πολιτική διαχείριση της πανδημίας

Η πολιτική διαχείριση της πανδημίας του COVID-19 αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για τις πολιτικές ηγεσίες των επηρεαζόμενων κρατών, οι οποίες καλούνται να λάβουν δύσκολες αποφάσεις που επηρεάζουν δραστικά την ιδιωτική και την δημόσια σφαίρα, με στόχο την προστασία της δημόσιας υγείας. Η σπουδή για την γρήγορη και αποτελεσματική άσκηση πολιτικής, μπορεί να παρασύρει προς αμφιλεγόμενες κατευθύνσεις, καθώς ο δρόμος προς την κόλαση είναι σπαρμένος με καλές προθέσεις.  Όμως η διαχείριση της τρέχουσας κρίσης καθίσταται ουσιαστικότερη και αποτελεσματικότερη εάν βασίζεται στον ορθολογισμό των επιλογών, στην τεκμηρίωση των αποφάσεων, στη διαφάνεια των δεδομένων και στον σεβασμό των πολιτών.


Σε αυτό το πλαίσιο μπορούν να είναι ιδιαίτερα χρήσιμα τα εξής, ώστε να μην δημιουργείται η εντύπωση πως η όποια πολιτική ηγεσία λειτουργεί αποσπασματικά και αντιδραστικά, περιορίζοντας την αποτελεσματικότητά και την αξιοπιστία της: 

  • Θα ήταν χρήσιμη η εκπόνηση και η δημοσιοποίηση μιας επιστημονικής μελέτης που να προσδιορίζει τα επιστημονικά δεδομένα και τα αναλυτικά μοντέλα στα οποία βασίζονται οι αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας για την αντιμετώπιση  της ασθένειας του κορωνοϊού, έτσι ώστε να διαμορφωθεί ενιαία και τεκμηριωμένη αντίληψη αναφορικά με τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους του ιού, σε συνάρτηση με τα μέτρα που λαμβάνονται και τις δυνατότητες του ιατρικού συστήματος της χώρας.
  • Θα ήταν χρήσιμη η διαμόρφωση και η δημοσιοποίηση ενός πρωτοκόλλου, που να καθορίζει την κλιμάκωση των μέτρων αντιμετώπισης της ασθένειας του κορωνοϊού που προγραμματίζεται να ληφθούν από την πολιτική ηγεσία ανάλογα με την εξάπλωση των κρουσμάτων, έτσι ώστε να αποφεύγεται η λήψη βεβιασμένων αποφάσεων υπό την πίεση των γεγονότων.
  • Θα ήταν χρήσιμος ο σχεδιασμός και η δημοσιοποίηση ενός πλάνου για την αύξηση των ανθρώπινων πόρων, των νοσοκομειακών υποδομών και του ιατρικού εξοπλισμού, για ανταπόκριση σε πιθανές αυξημένες ανάγκες λόγω ενδεχόμενου πολλαπλασιασμού των κρουσμάτων του κορωνοϊού, έτσι ώστε να γίνει έγκαιρα η κατάλληλη προετοιμασία.
  • Θα ήταν χρήσιμη η ελάχιστη χαρτογράφηση και διαβούλευση με τα εκάστοτε εμπλεκόμενα και ενδιαφερόμενα μέρη πριν από την λήψη πολιτικών αποφάσεων, ώστε να διασφαλίζεται η εφαρμοσιμότητα των μέτρων που λαμβάνονται και να αποφεύγονται οι εκ των υστέρων παλινδρομήσεις.
  • Θα ήταν χρήσιμη η ετοιμασία και η δημοσιοποίηση μιας έκθεσης εκτίμησης των κινδύνων και των επιπτώσεων στην οικονομία από τα μέτρα αντιμετώπισης της ασθένειας του κορωνοϊού, αναλόγως της αυστηρότητας και της διάρκειας των μέτρων που λαμβάνονται από την πολιτική ηγεσία, έτσι ώστε να προγραμματίζονται εξελικτικά τα ανάλογα οικονομικά μέτρα.
  • Θα ήταν χρήσιμος ο διεπιστημονικός εμπλουτισμός της επιστημονικής ομάδας που παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη προς την πολιτική ηγεσία, ώστε να λαμβάνονται υπόψη όλες οι παράμετροι της κρίσης που βρίσκεται σε εξέλιξη, οι οποίες πέρα από τις λοιμωξιολογικές είναι π.χ. πολιτικές, οικονομικές, κοινωνιολογικές, ψυχολογικές και εγκληματολογικές.
  • Θα ήταν χρήσιμη η διατύπωση και η εφαρμογή ενός κώδικα δημόσιων τοποθετήσεων των πολιτικών και πολιτειακών αξιωματούχων, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι άκριτες πρωτοβουλίες και άστοχες τοποθετήσεις που δεν συνάδουν με την κρισιμότητα των στιγμών, αναπαράγοντας τον φόβο και τον πανικό.

Η πολιτική διαχείριση της κρίσης μπορεί να καταστεί αποτελεσματικότερη εάν αξιοποιεί ως βασικότερο εταίρο την ίδια την κοινωνία και τους ίδιους τους πολίτες. Με την σωστή ενημέρωση αποφεύγεται η παραπληροφόρηση, με τον καλό προγραμματισμό αποφεύγεται ο πανικός, και με την έγκαιρη διαβούλευση αποφεύγονται τα λάθη. Εξάλλου, η δημοκρατία είναι το καλύτερο πολίτευμα, τόσο σε περιόδους ομαλότητας, όσο και σε περιόδους ανωμαλίας, ή – σύμφωνα με την προσφιλή κατά το τελευταίο διάστημα ορολογία – τόσο σε περιόδους ειρήνης, όσο και σε περιόδους πολέμου.

[Εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"]

22 Μαρτίου 2020

COVID-19: Διεθνείς οικονομικές επιπτώσεις

Σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OECD), στις αρχές Μαρτίου γινόταν η εκτίμηση της μείωσης του παγκόσμιου ρυθμού ανάπτυξης κατά 0,5%, υπό την προϋπόθεση ότι η κορύφωση της επιδημίας στην Κίνα και της εξάπλωσης σε άλλες χώρες του Νέου Κορωνοιού (2019-nCoV) θα είναι ήπια και ελεγχόμενη. Ειδικότερα, αναμένεται ότι ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος θα περιοριστεί κατά το 2020 στο 2,4% από το ήδη ασθενές 2,9%, ενώ για το πρώτο τέταρτο του 2020 ο ρυθμός αναμένεται να είναι αρνητικός. 


Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το ταυτόχρονο πλήγμα στην προσφορά και στη ζήτηση πλήττει δραστικά την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, δημιουργώντας συνθήκες ύφεσης.  Σημειώνεται ότι η διττή φύση της οικονομικής διάστασης της παγκόσμιας κρίσης δημόσιας υγείας θεωρείται πρωτοφανής,na δημιουργώντας ανησυχητικές προοπτικές, αφού π.χ. η κρίση του 1973 ήταν κρίση της προσφοράς λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής των πετρελαϊκών προϊόντων, ενώ π.χ. η κρίση του 2008 ήταν κρίση της ζήτησης λόγω της κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος που περιόρισε τη δυνατότητα μετακύλησης και αναχρηματοδότησης του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους.

Ως προς την προσφορά, προκύπτει μείωση τόσο λόγω της εξάπλωσης του ιού αυτού καθ΄ εαυτού αλλά και λόγω των προληπτικών μέτρων που εφαρμόζονται για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού, που επηρεάζουν αρνητικά την παραγωγή και παροχή αγαθών και υπηρεσιών. Αφενός υπάρχουν εργαζόμενοι που παρουσιάζουν συμπτώματα τα οποία τους περιορίζουν προληπτικά από την εργασία τους, υπάρχουν εργαζόμενοι οι οποίοι ασθενούν με την ασθένεια του COVID-19 και εργαζόμενοι που χάνουν την ζωή τους λόγω της  ασθένειας του COVID-19, ενώ οργανισμοί και επιχειρήσεις παύουν προσωρινά να λειτουργούν λόγω της προσβολής εργαζομένων από τον ιό. Αφετέρου, λόγω των προληπτικών περιορισμών αυτοαπομόνωσης και καραντίνας υπάρχουν εργαζόμενοι που δεν μπορούν να εργαστούν, λόγω του κλεισίματος των σχολείων υπάρχουν εργαζόμενοι που χρειάζεται να μείνουν στο σπίτι για να προσέχουν τα παιδιά τους,  λόγω της αναστολής της λειτουργίας οργανισμών και επιχειρήσεων για περιορισμό της κοινωνικής συναναστροφής δεν παρέχονται οι υπηρεσίες που παρέχονταν προηγουμένως, ενώ λόγω της εμπορικής αλληλεξάρτησης σε εθνικό και διεθνές επίπεδο προκύπτει περιορισμός σε μέρη και υλικά που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη εργασιών και την παραγωγή τελικών αγαθών.

Ως προς την ζήτηση προκύπτει μείωση λόγω των επιπτώσεων των ανωτέρω παραμέτρων, οι οποίες περιορίζουν την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων ως καταναλωτών, αφού λόγω της απουσίας τους από την εργασία τους λαμβάνουν επιδοματικά ένα μέρος των απολαβών τους ή δεν λαμβάνουν καθόλου απολαβές. Επιπρόσθετα, λόγω της εφαρμογής της πρακτικής περιορισμού στην οικία του καθενός, περιορίζονται οι δυνατότητες κατανάλωσης. Παράλληλα, ο συνδυασμός της τάσης εξάπλωσης του ιού με τα αυστηρά μέτρα που λαμβάνονται, δημιουργεί αρνητική ψυχολογία στην αγορά, η οποία σε ατομικό και οργανωσιακό επίπεδο περιορίζει τις επικείμενες αγορές και επενδύσεις ενόψει της αναμονής για ομαλοποίηση της κατάστασης. Αυτά τα δεδομένα ισχύουν με χαρακτηριστικά παρόμοιο τρόπο σε μεγάλο αριθμό χωρών που επηρεάζονται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό από την εξάπλωση του ιού και την ανάλογη διαχείριση, με αποτέλεσμα να περιορίζεται σημαντικά και με κλιμακούμενο τρόπο η οικονομική δραστηριότητα.

Τον Οκτώβριο του 2019, λίγες εβδομάδες πριν από την εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων του κορωνοιού στην επαρχία Wuhan της Κίνας, η τότε νεοδιορισθείσα επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Kristalina Georgieva, είχε δηλώσει ότι στο ενδεχόμενο σημαντικής καθοδικής πορείας της παγκόσμιας οικονομίας, τα λεγόμενα κόκκινα δάνεια θα ανέλθουν σε 19 τρισεκατομμύρια δολάρια, διευκρινίζοντας ότι αυτό το ποσό αντιστoιχεί σχεδόν στο 40% του χρέους των G8. Δυστυχώς, φαίνεται ότι η «σημαντική καθοδική πορεία της παγκόσμιας οικονομίας», σύμφωνα με τις εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών, συμβαίνει ήδη και ξεκινά να λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις. Και για την κατάλληλη διαχείριση αυτών των επιπτώσεων είναι σημαντική η έγκαιρη λήψη δραστικών πολιτικών και οικονομικών μέτρων σε διεθνές επίπεδο, χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις και χωρίς να υποτιμούνται οι επιπτώσεις της εξάπλωσης της ασθένειας του COVID-19. Ιδιαίτερα η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να ενεργήσει έτσι ώστε να περιορίσει τις αναδυόμενες δυνάμεις  που αντιτάσσονται στην ευρωπαϊκή συνεργασία, να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων πολιτών και να συγκρατήσει τις ενισχυόμενες φυγόκεντρες τάσεις.

[Εφημερίδα "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

21 Μαρτίου 2020

Κορωνοϊός και «ηθικός πανικός»

Ο ηθικός πανικός (moral panic) ορίζεται ως η δυσανάλογη και εχθρική κοινωνική αντίδραση απέναντι σε μια κατάσταση, ομάδα ή πρόσωπο που θεωρείται απειλή. Σε περιόδους κρίσης, η κλιμάκωση του ηθικού πανικού είναι αναμενόμενη, όμως ταυτόχρονα η αναχαίτιση του είναι απαραίτητη, αφού εάν κυριαρχήσει μπορεί να οδηγήσει σε αμφιλεγόμενες αποφάσεις, σε επιθετική στοχοποίηση και σε ξέφρενο κανιβαλισμό. Αυτές οι εξελίξεις είναι εξ ορισμού προβληματικές, όμως σε περιόδους κρίσης είναι προφανώς προβληματικότερες, επειδή αποπροσανατολίζουν από την διαχείριση των ουσιαστικών προκλήσεων και δημιουργούν αχρείαστες κοινωνικές αντιπαραθέσεις. Ιδιαίτερα στον σύγχρονο κόσμο όπου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαμορφώνεται ένα πολύ τοξικό περιβάλλον δημόσιας συζήτησης.


Θεωρείται ότι η ανάπτυξη του ηθικού πανικού ακολουθεί πέντε βασικά στάδια:

  • Αρχικά μια κατάσταση, μια ομάδα, ή κάποιο πρόσωπο προσδιορίζεται από ορισμένους κύκλους σαν απειλή για την κοινωνία. 
  • Στη συνέχεια η απειλή συνοψίζεται σε υπεραπλουστευμένες συμβολικές μορφές, οι οποίες αναπαράγονται από τα μέσα επικοινωνίας. 
  • Ακολούθως, η επαναληπτική απεικόνιση αυτών των συμβολικών μορφών ανατροφοδοτεί, αναπαράγει και εντείνει την ανησυχία της κοινωνίας. 
  • Ως αποτέλεσμα, προκύπτει η ανταπόκριση των αρχών και η λήψη πολιτικών αποφάσεων που αποσκοπούν στην καθησυχασμό του κλίματος που δημιουργήθηκε. 
  • Καταληκτικά, ο ηθικός πανικός που κυριάρχησε οδηγεί στην επιβολή συγκεκριμένων κοινωνικών αλλαγών.

Στα πλαίσια της παγκόσμιας κρίσης που επηρεάζει την χώρα μας, ο ηθικός πανικός έχει ήδη αναδυθεί σε διάφορες περιπτώσεις, οι οποίες είναι σημαντικό να προσδιοριστούν ώστε να επιδιωχθεί η αποφυγή της επανάληψης και της διαιώνισής τους. Ορισμένα πρόσωπα, ομάδες και καταστάσεις, έχουν ήδη συγκεντρώσει δυσανάλογη και εχθρική κοινωνική αντίδραση με χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις το πρόσωπο του πρώτου πολίτη που διαγνώστηκε με τον COVID-19 στην Κύπρο(«είναι ανεύθυνος, είναι δολοφόνος»), την ομάδα των Κύπριων φοιτητών που σπουδάζουν στο εξωτερικό («να μην έρθουν, θα μας φέρουν τον Κορωνοϊό») και την κατάσταση της έκτασης εφαρμογής της κοινωνικής αποστασιοποίησης («να κλείσουν όλα, να κλείσουν όλα»).

Η ανάπτυξη ηθικού πανικού για αυτές τις περιπτώσεις επηρέασε σημαντικά την πολιτεία στην επί τούτου λήψη αποφάσεων. Στην περίπτωση του «Ασθενή Μηδέν» η πολιτεία επικεντρώθηκε στην απόδοση της προσωπικής ευθύνης, αντί στην ανάληψη των συλλογικών ευθυνών και στη λήψη αποτελεσματικότερων μέτρων για την κατάλληλη προστασία των επαγγελματιών υγείας. Στην περίπτωση των Κυπρίων φοιτητών απαγορεύθηκε άκριτα η έλευσή τους στην Κύπρο, δημιουργώντας σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με την συνταγματική και την ηθική πτυχή της απόφασης και απασχολώντας σημαντικούς ανθρώπινους πόρους για την διαχείριση των χιλιάδων αιτημάτων επαναπατρισμού. Στην περίπτωση της αναστολής λειτουργείας διαφόρων επιχειρήσεων, προέκυψαν διάφορες παλινδρομήσεις που επηρέασαν αρνητικά την αξιοπιστία των αποφάσεων που λαμβάνονται, η διαφύλαξη της οποίας είναι μεγάλης σημασίας υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις.

Είναι προφανές ότι ο πανικός δεν είναι καλός σύμβουλος για τίποτα. Πόσω δε μάλλον όταν πρόκειται για ηθικό πανικό ο οποίος υπό συνθήκες κρίσης εκβιάζει τις αποφάσεις των αρχών της πολιτείας. Ως εκ τούτου είναι απαραίτητο, λαός και ηγεσία να παραμείνουν ψύχραιμοι, αποφεύγοντας την αλληλοεπανατροφοδότηση του πανικού, η ανταπόκριση στον οποίο ενδεχομένως να ικανοποιεί βραχυπρόθεσμα, αλλά επί της ουσίας δεν προσφέρει καλές υπηρεσίες.

[Εφημερίδα "ΠΟΛΙΤΗΣ"]

16 Μαρτίου 2020

COVID-19 και «Κατάσταση Εκτάκτου Ανάγκης»

Η αναφορά στην λεγόμενη «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης» μπορεί να έχει την δραματική έννοια που της αποδίδεται μέσα από την καθημερινότητα, ή την συνταγματική έννοια που της αποδίδεται μέσα από το σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η κατάσταση που ισχύει σήμερα λόγω του κινδύνου εξάπλωσης του COVID-19 είναι όντως έκτακτη, όμως η χώρα δεν έχει - προς το παρόν - κηρυχθεί συνταγματικά σε «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης», παρά τις αμφιλεγόμενες δημόσιες αναφορές. Η ανησυχία των πολιτών για τους κινδύνους που φαίνεται ότι απειλούν την δημόσια υγεία, καθιστά την απαίτηση για λήψη αυστηρών μέτρων χαρακτηριστικά επιτακτική. Ωστόσο, είναι σημαντική η προσεκτική, ψύχραιμη και νηφάλια επιλογή των πολιτικών εργαλείων που αξιοποιούνται ή θα αξιοποιηθούν, ώστε η όποια επιλογή να είναι βαθιά συνειδητή και ευρέως κατανοητή.

Σύμφωνα με το Άρθρο 183 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε περίπτωση πολέμου ή άλλου δημόσιου κινδύνου που απειλεί την χώρα, το Υπουργικό Συμβούλιο έχει την εξουσία κήρυξης «καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης», μέσα από την έκδοση σχετικής προκήρυξης. Στα πλαίσια αυτής της προκήρυξης καθορίζονται τα Άρθρα του Συντάγματος που αναστέλλονται κατά της διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Ακολούθως, η προκήρυξη δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στη συνέχεια κατατίθεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία μπορεί να την εγκρίνει ή να την απορρίψει. Εάν η Βουλή απορρίψει την προκήρυξη αυτή δεν μπορεί να τεθεί σε ισχύ, ενώ εάν την εγκρίνει, τότε η απόφαση της Βουλής δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τίθεται σε ισχύ. Κατά τη διάρκεια ισχύος της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδίδει σχετικά Διατάγματα τα οποία έχουν την ίδια ισχύ με τους Νόμους  της Κυπριακής Δημοκρατίας, και τα οποία παύουν να ισχύουν όταν λήξει η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

Τα Άρθρα του Συντάγματος τα οποία μπορούν να ανακληθούν έχουν να κάνουν κυρίως με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών. Ακολούθως παρατίθενται ορισμένες από τις εξουσίες που αποκτά το Υπουργικό Συμβούλιο ως αποτέλεσμα της ανάκλησης των αντίστοιχων Άρθρων του Συντάγματος, στα πλαίσια κήρυξης της χώρας σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης:

  • Θα μπορεί να επιβληθεί η εκτέλεση αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας. (Άρθρο 10). 
  • Θα μπορούν να γίνουν συλλήψεις, κρατήσεις και φυλακίσεις χωρίς αποφάσεις δικαστηρίου και χωρίς να γίνεται αναφορά σε κάποιο αδίκημα στη βάση της νομοθεσίας  (Άρθρο 11).
  • Θα μπορούν να επιβληθούν απαγορευτικοί περιορισμοί στην ελεύθερη μετακίνηση (Άρθρο 13).
  • Θα μπορεί να παραβιαστεί η ατομική κατοικία χωρίς την συναίνεση του ενοίκου και χωρίς την απόφαση δικαστηρίου (Άρθρο 16).
  • Θα μπορεί να παραβιαστεί το δικαίωμα στο απόρρητο της αλληλογραφίας και κάθε άλλης επικοινωνίας (Άρθρο 17).
  • Θα μπορεί να περιοριστεί το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και της ελευθερίας έκφρασης (Άρθρο 19).
  • Θα μπορεί να απαγορευθεί η δημιουργία οργανώσεων για προστασία των συμφερόντων των μελών τους, υπό τη μορφή συντεχνιών (Άρθρο 21).
  • Θα μπορεί να επιταχθεί από το κράτος οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο χωρίς αποζημίωση και χωρίς τη δυνατότητα καταφυγής στο δικαστήριο (Άρθρο 23)
  • Θα μπορεί να απαγορευθεί η δυνατότητα άσκησης οποιουδήποτε επαγγέλματος, εμπορικής δραστηριότητας ή επικερδούς εργασίας (Άρθρο 25).
  • Θα μπορεί να απαγορευθεί το δικαίωμα απεργίας (Άρθρο 27).

Παράλληλα, σημειώνεται ότι για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, μπορούν να επιβληθούν ούτως ή άλλως ορισμένοι περιορισμοί χωρίς την κήρυξη κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, όπως εξάλλου έχει ήδη αποφασιστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Κάθε περίοδος κρίσης, συνεπάγεται σημαντικές προκλήσεις, σημαντικά διλήμματα και σημαντικές αποφάσεις. Για την λήψη αυτών των αποφάσεων είναι απαραίτητη η διατήρηση της ψυχραιμίας, τόσο της κοινωνίας όσο και της πολιτικής ηγεσίας. Η κήρυξη οποιουδήποτε κράτους σε «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης» είναι ένα πολύ σημαντικό γεγονός, το οποίο πρέπει να προσεγγίζεται με σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Μια τέτοια εξέλιξη είναι προφανώς απευκταία, αφού η περιστολή ελευθεριών και δικαιωμάτων που θεωρούνται αυτονόητα δεν θα είναι ευχάριστη. Και για να μην καταστεί αυτή η επιλογή μονόδρομος, πρέπει τα υφιστάμενα εργαλεία να αξιοποιηθούν εύστοχα και αποτελεσματικά.

[CyprusNews.eu]

8 Μαρτίου 2020

Διακηρυκτικός και Προγραμματικός Πολιτικός Λόγος

Ο πολιτικός λόγος αποτελεί τον κλασσικό κώδικα επικοινωνίας μεταξύ των πολιτικών και των πολιτών. Συνήθως αντιμετωπίζεται με καχυποψία στα πλαίσια της ευρύτερης απαξίωσης της πολιτικής. Όμως η σχέση μεταξύ της ποιότητας του πολιτικού λόγου και της απαξίωσης της πολιτικής είναι αμφίδρομη. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο πολιτικός λόγος είναι συχνά διακηρυκτικός και σπάνια προγραμματικός.


Ο διακηρυκτικός πολιτικός λόγος αποτελείται από επιφανειακές εξαγγελίες, υποσχέσεις και δεσμεύσεις. Μπορεί να είναι ξύλινος, γυάλινος ή μεταλλικός, αλλά είναι εξ ορισμού διακοσμητικός και κενός. Απευθύνεται στο θυμικό των πολιτών, επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα ευαίσθητα σημεία, και ενίοτε καταφέρνει να συγκινεί. Ως αντι-παραγωγικός συλλογισμός, ξεκινά από το γενικό και παραμένει στο γενικό, ενώ είναι βερμπαλιστικός, θεωρητικός και αόριστος. Διαθέτει τα χαρακτηριστικά της κατ’ ευχήν σκέψης και προσομοιάζει με σχολική έκθεση ιδεών. Βασίζεται στην στρεβλή αντίληψη εκείνων που τον εκφέρουν, σύμφωνα με την οποία θα αναλάβουν κάποιοι άλλοι να τον ερμηνεύσουν, να τον αποκωδικοποιήσουν και να τον συγκεκριμενοποιήσουν. Όμως, επειδή ο διακηρυκτικός πολιτικός λόγος υφίσταται για να εκφέρεται επικοινωνιακά και όχι για να υλοποιείται επιχειρησιακά, συνήθως δεν είναι συμβατός με την πραγματικότητα, είναι προσχηματικός και ανεδαφικός. Ο διακηρυκτικός πολιτικός λόγος είναι ο κατεξοχήν πολιτικός λόγος του παρελθόντος.

Ο προγραμματικός πολιτικός λόγος αποτελείται από αναλυτικές, τεκμηριωμένες και υλοποιήσιμες προτάσεις. Λαμβάνει υπόψη τα πραγματικά πολιτικά δεδομένα, αναπτύσσεται εντός ενός σαφώς προσδιορισμένου εύρους δυνατοτήτων, και αναφέρεται σε συγκεκριμένα εργαλεία υλοποίησης του περιεχομένου του. Απευθύνεται στο λογικό των πολιτών, επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση πραγματικών προβλημάτων και αποσκοπεί στην επίτευξη ουσιαστικών αποτελεσμάτων. Ως παραγωγικός συλλογισμός, ξεκινά από το γενικό και καταλήγει στο ειδικό, ενώ είναι περιεκτικός, πρακτικός και συγκεκριμένος. Διαθέτει τα χαρακτηριστικά του στρατηγικού προγραμματισμού και προσομοιάζει με επιχειρησιακό πλάνο δράσης. Βασίζεται στον συλλογικό σχεδιασμό με την εμπλοκή πολλών ενδιαφερομένων μερών, λαμβάνει υπόψη την διεθνή εμπειρία και τα εθνικά χαρακτηριστικά, ενώ αξιοποιεί τις κατάλληλες επιστημονικές πρακτικές. Εκτιμά σωστά τους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς κινδύνους, αναλύεται σε χρονοδιαγράμματα υλοποίησης, προσδιορίζει τους ρόλους των εμπλεκομένων μερών, και καταλήγει σε μετρήσιμα αποτελέσματα με δείκτες επίδοσης και απόδοσης. Ο προγραμματικός πολιτικός λόγος είναι ο κατεξοχήν πολιτικός λόγος του μέλλοντος.

Ο πολιτικός λόγος του παρελθόντος αποτελεί την προφανώς βολική επιλογή, λόγω της εξοικείωσης που έχει μεσολαβήσει, και λόγω της ευκολίας με την οποία διατυπώνεται. Αλλά ο πολιτικός λόγος του μέλλοντος αποτελεί την προφανώς χρήσιμη επιλογή, λόγω των απαιτήσεων του σύγχρονου κόσμου και των αναγκών της σύγχρονης κοινωνίας. Για την συντήρηση των υφιστάμενων πραγμάτων, ο διακηρυκτικός πολιτικός λόγος είναι αρκετός. Επειδή η στασιμότητα δεν χρειάζεται κάποιο ειδικό σχέδιο ώστε να εξακολουθήσει να υφίσταται. Αλλά για την πρόοδο, για την αλλαγή, και για τον εκσυγχρονισμό, ο προγραμματικός πολιτικός λόγος είναι απαραίτητος. Επειδή από την θεωρία μέχρι την πράξη η απόσταση είναι μεγάλη και ο δρόμος είναι δύσβατος.

[Εφημερίδα 'Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]