Σελίδες

30 Δεκεμβρίου 2012

Αποφεύγοντας το επόμενο Μνημόνιο


Το ιδεολογικό υπόβαθρο, η διαδικασία συνομολόγησης και το περιεχόμενο του κυπριακού Μνημονίου, σε συνδυασμό με την πρόσφατη διεθνή εμπειρία, προδιαθέτουν για εμβάθυνση της ύφεσης που θα οδηγήσει σε ένα επόμενο και ακόμη χειρότερο Μνημόνιο. Η αποφυγή αυτής της εξέλιξης είναι δύσκολη και εναπόκειται σε μεγάλο βαθμό στη διαχείριση που θα εφαρμόσει η επόμενη Κυβέρνηση, αφού η απερχόμενη δυστυχώς απέτυχε να προφυλάξει την Κύπρο από τα χειρότερα.

Το κυπριακό Μνημόνιο δεν είναι πρωτότυπο, αλλά βασίζεται στις παραμέτρους μιας ακραίας και ξεπερασμένης ιδεολογίας. Δυστυχώς, αυτή η ιδεολογία δεν είναι σε θέση να δώσει λύσεις στις σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις, επειδή, μεταξύ άλλων, αποτελεί βασικό γενεσιουργό αίτιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Η επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού στα κέντρα λήψεως αποφάσεων, σε κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς, δεν τον μετατρέπει αυτομάτως σε λογικό αξίωμα και καθολική αλήθεια. Εξάλλου, ο εφαρμοσμένος νεοφιλελευθερισμός αποδεικνύεται διαρκώς ανεπαρκής και προβληματικός, αφού ανατροφοδοτεί την κρίση και βαθαίνει την ύφεση.

Για την αποφυγή του επόμενου Μνημονίου το οποίο θα αποτελεί βουτιά σε ακόμη βαθύτερα βάθη λιτότητας και ύφεσης, πρέπει να εφαρμοστούν άμεσα συγκεκριμένες πολιτικές, με στρατηγική στόχευση. Είναι απαραίτητος ο κεντρικός αναπτυξιακός σχεδιασμός που θα καθορίσει σαφείς αναπτυξιακές προτεραιότητες και θα εποπτεύσει την υλοποίησή τους. Η ψευδαίσθηση της αυτορρύθμισης της αγοράς, που υποτίθεται ότι καθορίζει τα πεδία ανάπτυξης, έχει αποτύχει αφού αυτοϋπονομεύεται από την επιδίωξη του γρήγορου και εύκολου κέρδους. Το κράτος οφείλει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του επιτελικού ρόλου που του αναλογεί και σε συνεργασία με τις παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας να σχεδιάσει και να εφαρμόσει  ένα σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης.

Είναι απαραίτητη η εξασφάλιση αναπτυξιακών πόρων, επιπροσθέτως των τραπεζικών και δημοσιονομικών αναγκών. Χωρίς την εισροή χρημάτων που να αξιοποιηθούν για την υλοποίηση του αναπτυξιακού σχεδιασμού, η λιτότητα θα λειτουργήσει χωρίς αντισταθμίσματα και θα έχει ως αναπόδραστο αποτέλεσμα περισσότερη ύφεση. Η θέση της Κύπρου στην Ευρώπη, οι διακρατικές σχέσεις, και οι πολιτικές προσβάσεις πρέπει να αξιοποιηθούν προς αυτή την κατεύθυνση ώστε ο δανεισμός να μην εξακολουθήσει να είναι στενά διεκπεραιωτικός αλλά να καταστεί, τουλάχιστον εν μέρει, αναπτυξιακός.

Είναι απαραίτητη η παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας, ώστε να ενισχυθούν νέοι τομείς παραγωγής και ώστε  να βελτιωθεί το ισοζύγιο εισαγωγών – εξαγωγών σε αγαθά και υπηρεσίες. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας εκ των πραγμάτων θα περιορίσει το εύρος του, οπότε πρέπει να ενισχυθούν άλλοι τομείς της οικονομίας οι οποίοι να είναι διεθνώς ελκυστικοί. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αξιοποιηθεί η διεύρυνση της τουριστικής περιόδου, η αύξηση του αριθμού των φοιτητών – κοινοτικών, αλλοδαπών και Κυπρίων – που φοιτούν στην Κύπρο, η βελτιστοποίηση της ποιότητας όλων των κυπριακών αγαθών και υπηρεσιών, και η επένδυση στην έρευνα και στην καινοτομία.

Είναι απαραίτητη η θεσμική ανασυγκρότηση που θα επιτρέψει την πάταξη της διαφθοράς, της διαπλοκής, της αναξιοκρατίας και της ημετεροκρατίας, ώστε η ολιγαρχία να πάψει να νέμεται τον εθνικό πλούτο σε βάρος της κοινωνίας και ώστε να μην επαναληφθούν τα φαινόμενα της οριζόντιας κακοδιαχείρισης που οδήγησαν την κυπριακή οικονομία στην παρούσα κατάσταση. Ειδικά σε αυτό τον τομέα, το πολιτικό σύστημα πρέπει να  επιδείξει αποφασιστικότητα στην εισαγωγή θεσμικών ρυθμίσεων που θα προστατεύσουν τη χώρα από τις παθογένειες που διαχρονικά διαδραμάτισαν εξαιρετικά αρνητικό ρόλο.

Το Μνημόνιο παρέχει στην Κύπρο πόρους που εμποδίζουν την άμεση κατάρρευση της οικονομίας. Όμως το Μνημόνιο δεν αποτελεί συνταγή για έξοδο από την κρίση. Αντίθετα, το Μνημόνιο θα οδηγήσει σε εμβάθυνση της ύφεσης και σε επιπρόσθετες ανάγκες δανεισμού. Οι πολιτικές ηγεσίες, και ειδικότερα η νέα Κυβέρνηση, πρέπει να αποφύγουν αυτή την εξέλιξη εφαρμόζοντας άμεσα εναλλακτικές και αντισταθμιστικές πολιτικές. Το πρώτο Μνημόνιο μπορούσε να αποφευχθεί αλλά η απερχόμενη Κυβέρνηση δεν κατάφερε να το αποφύγει. Το δεύτερο Μνημόνιο επίσης μπορεί να αποφευχθεί και είναι στο χέρι της επόμενης Κυβέρνησης να το αποφύγει.

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"] 

23 Δεκεμβρίου 2012

Το tunnel vision βαθαίνει την ύφεση

Στην οφθαλμολογία, η απώλεια της περιφερικής όρασης ονομάζεται «tunnel vision»  ή «Kalnienk vision» και αποδίδεται στα ελληνικά ως «σωληνοειδές οπτικό πεδίο». Στην πράξη, η κατάσταση ομοιάζει με την οπτική θέαση μέσα από ένα στενό σωλήνα, αγνοώντας τη συνολική εικόνα της περιβάλλουσας πραγματικότητας και οδηγώντας στους ανάλογους κινδύνους. Με πολιτικούς όρους, το tunnel vision συνίσταται στην επίμονη προσήλωση σε αποσπασματικά στοιχεία ενός προβλήματος και στη διαρκή παράβλεψη των υπολοίπων παραμέτρων του, καταλήγοντας στην διαμόρφωση αντίληψης που δεν ανταποκρίνεται στη συνολική πραγματικότητα. Αυτή η κατάσταση επικρατεί σήμερα στην Κύπρο, όπου για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης προτάσσεται σαν πανάκεια η εφαρμογή μέτρων λιτότητας τα οποία ανάγονται παρετυμολογικά σε μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις.

Ωστόσο, για την έξοδο από την κρίση χρειάζονται τολμηρές μεταρρυθμίσεις σε όλες τις λειτουργίες του κυπριακού κράτους και σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας ζωής. Οι επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης δείχνουν ότι η πολιτεία και η οικονομία μας δεν έχουν τις αντοχές που θεωρούσαμε ότι είχαν και οι βεβαιότητες στις οποίες βασιστήκαμε τίθενται εν αμφιβόλω. Εν ολίγοις: Ό,τι ξέρουμε είναι λάθος. Παρά το ότι η παραδοχή της ανάγκης για τολμηρές μεταρρυθμίσεις αποτελεί κοινό τόπο, συνοδεύεται συνήθως από μια πλάνη - προϊόν του σωληνοειδούς οπτικού πεδίου και της περιρρέουσας ατμόσφαιρας - σύμφωνα με την οποία οι όποιες μεταρρυθμίσεις συνοψίζονται σε μορφές λιτότητας. Δηλαδή, θεωρείται υπεραπλουστευμένα ότι τα προβλήματα της κυπριακής οικονομίας περιορίζονται στο ύψος των δημοσίων δαπανών, στο εύρος των κοινωνικών παροχών, στους μισθούς των εργαζομένων και στο μέγεθος του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Επιπρόσθετα, υπό την απουσία μεταρρυθμιστικού προγραμματισμού, οι περισσότερες περικοπές προκύπτουν μονοδρομικά για ανταπόκριση στις υποχρεώσεις του κράτους και περιγράφονται ως αναπόφευκτες. Έτσι, η μονοσήμαντη λιτότητα παρουσιάζεται σαν θεραπεία δια πάσαν νόσον, οι μειώσεις παντός τύπου βαφτίζονται μεταρρυθμίσεις και ορίζονται σαν η δήθεν νέα φυσιολογική πραγματικότητα της ύφεσης και της ανέχειας. Όμως, όπως αποδεικνύει η διαχρονική διεθνής και η πρόσφατη ευρωπαϊκή εμπειρία, αυτή η θεώρηση είναι λανθασμένη αφού αναχαιτίζει την ανάπτυξη και βαθαίνει την κρίση.

Για την έξοδο από την κρίση χρειάζονται ολοκληρωμένες μεταρρυθμίσεις και συγκρούσεις με κατεστημένες βολικές νοοτροπίες. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας πρέπει να αποσκοπεί στη βελτίωση του ισοζυγίου εισαγωγών και εξαγωγών σε αγαθά και υπηρεσίες, και στην απεξάρτηση από τον υπερμεγέθη χρηματοπιστωτικό τομέα. Ο υπό την ευθύνη του κράτους κεντρικός αναπτυξιακός σχεδιασμός, πρέπει να είναι προσανατολισμένος σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας όπως η έρευνα, η καινοτομία, και η επιχειρηματικότητα, η τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι υπηρεσίες υγείας και ο θεματικός τουρισμός. Ο ρόλος της Δημόσιας Υπηρεσίας πρέπει να επανακαθοριστεί ώστε να καταστεί επιτελικός, εποπτικός και κοινωνικός, και προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να προωθηθούν συγκεκριμένες δομικές αλλαγές. Οι δυνατότητες των Δημοσίων Υπαλλήλων πρέπει να αξιοποιηθούν αποτελεσματικότερα, με αλλαγές στην εναλλαξιμότητα, στην αξιολόγηση και στην ανέλιξη του προσωπικού, αλλά και στη μονιμότητα των ανώτατων διευθυντικών στελεχών. Οι δημόσιες υποδομές δεν πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν αλλά να παραμείνουν στην κυριότητα του δημοσίου και να αξιοποιηθούν στρατηγικά στα πλαίσια της παραγωγικής ανασυγκρότησης. Το φορολογικό σύστημα πρέπει να αλλάξει ώστε να καθορίζει τα όρια του πλουτισμού με τρόπο που να προωθούν την ισόρροπη επιχειρηματικότητα και την ενεργοποίηση του αδρανούς εθνικού πλούτου. Οι φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί του κράτους πρέπει να στελεχωθούν καλύτερα και να λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα, ενώ οι κατά καιρούς φορολογικές αμνηστίες που εξαγοράζουν τη φοροδιαφυγή πρέπει να απαγορευθούν δια νόμου. Η κοινωνική πολιτική πρέπει να πάψει να είναι επιδοματική αλλά να αντικατασταθεί από δομές κοινωνικής υποστήριξης και προστασίας των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων. Η διαφθορά και η διαπλοκή πρέπει να παταχθούν με θεσμικές αλλαγές και με μηχανισμούς εφαρμογής τους, ενώ το κομματικό σύστημα πρέπει να επαναπροσδιορίσει το ρόλο του και να περιοριστεί στην πραγματική αποστολή του.

Καταληκτικά: Η λιτότητα δεν είναι μεταρρύθμιση αλλά μπάλωμα. Όμως η κοπτοραπτική είναι δεξιότητα ράφτη και όχι αρετή πολιτικού. Οι μεταρρυθμίσεις χρειάζονται πολιτική βούληση και πολιτικό θάρρος. Διαφορετικά, η επιμονή στην αποσπασματική θεώρηση της πραγματικότητας θα παρασύρει την Κύπρο στα βαθύτερα βάθη της ύφεσης, της αναδιάρθρωσης χρέους και της χρεοκοπίας.

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΣΗΜΕΡΙΝΗ"]

2 Δεκεμβρίου 2012

Μνημονιολαγνεία: Το σύνδρομο της Στοκχόλμης


Ενόψει της υπογραφής Μνημονίου της Κυπριακής Δημοκρατίας με την Τρόικα, εκδηλώνονται πολιτικές και κοινωνικές συμπεριφορές που ομοιάζουν με την κατάσταση που προσδιορίζεται ως «Σύνδρομο της Στοκχόλμης». Τον Αύγουστο του 1973, στην πλατεία Norrmalmstorg της Στοκχόλμης, πραγματοποιήθηκε ληστεία στην τράπεζα Kreditbanken. Οι ληστές, έχοντας στα χέρια τους τέσσερις ομήρους, ζήτησαν ως αντάλλαγμα 3 εκατομμύρια σουηδικές κορόνες και ένα γρήγορο αυτοκίνητο για να μπορέσουν να ξεφύγουν. Η ομηρία διήρκησε πέντε ημέρες, κατά τις οποίες η αστυνομία πολιορκούσε την τράπεζα και τα ΜΜΕ πρόβαλαν ζωντανά την όλη επιχείρηση. Σε αυτό το διάστημα, οι όμηροι ανέπτυξαν μια παράξενη σχέση υποταγής, εξάρτησης και συναισθηματικής ταύτισης με τους ληστές. Ταυτόχρονα, οι όμηροι θεωρούσαν ότι η αστυνομία που επιχειρούσε την απελευθέρωσή τους αποτελούσε τον πραγματικό κίνδυνο για την πυροδότηση βιαιότερων συμπεριφορών εκ μέρους των ληστών. 

Τελικά, με τη χρήση υπνωτικού αερίου, η αστυνομία κατάφερε να αφοπλίσει τους ληστές και να απελευθερώσει του ομήρους. Στη δίκη που ακολούθησε, οι όμηροι κατέθεσαν υπέρ των ληστών και σε κάποιες περιπτώσεις συγκέντρωσαν χρήματα για τη νομική υπεράσπισή τους. Ο εγκληματολόγος Nils Bejerot περιέγραψε αυτή την κατάσταση ως το «Σύνδρομο της Στοκχολμης» ενώ ο ψυχίατρος Frank Ochberg την προσδιόρισε ως πνευματική και ψυχολογική διαταραχή. Η μακροχρόνια παρακολούθηση ανάλογων καταστάσεων ομηρίας κατέληξε σε ένα συγκεκριμένο σύνολο χαρακτηριστικών συμπτωμάτων που, σύμφωνα με τα στοιχεία του FBI, εκδηλώνονται σε περίπου 30% των θυμάτων ομηρίας.

Στα πλαίσια του «Συνδρόμου της Στοκχόλμης», ο όμηρος αρχικά ενεργοποιεί ψυχολογικούς μηχανισμούς άμυνας με τους οποίους θεωρεί ότι ο εγκληματίας δεν θα τον βλάψει εάν είναι συνεργάσιμος και υποστηρικτικός. Πολλοί όμηροι θεωρούν ότι μπορούν να κερδίσουν την εύνοια του εγκληματία εάν είναι απόλυτα υποτακτικοί και εκφράζουν την υπαγωγή τους με πολύ ακραίους και συχνά παιδιαρώδεις τρόπους. Σε ιδεολογικά φορτισμένες καταστάσεις, ο όμηρος ξεκινά να ταυτίζεται με τις απόψεις του αιχμαλωτιστή του προσεγγίζοντάς τις ως ορθές και θεωρώντας ότι εάν τεθούν σε εφαρμογή θα αποτελέσουν έξοδο από την κατάσταση της αιχμαλωσίας. Ταυτόχρονα, η όποια παρέμβαση που μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση αντιμετωπίζεται από τον όμηρο ως λανθασμένη, αφού εκλαμβάνεται ως πρόκληση αναστάτωσης στον εγκληματία που θα τον καταστήσει σκληρότερο, ενώ σε περίπτωση ανταλλαγής πυρών, τα πυρά της αστυνομίας προσλαμβάνονται ως τα περισσότερο επικίνδυνα. Η μακροχρόνια αιχμαλωσία επιτείνει ακόμη περισσότερο την εξάρτηση και οδηγεί στη θεοποίηση του αιχμαλωτιστή που θεωρείται από τον όμηρο ως ο απόλυτος παροχέας των χρειωδών για την επιβίωση.

Μεγάλο μέρος αυτών των συμπτωμάτων συμπίπτει με τη συμπεριφορά μέρους της κυπριακής πολιτικής ηγεσίας και της κυπριακής κοινωνίας που, ενόψει της υπογραφής μνημονίου με την Τρόικα, οδηγείται σε άκρατη μνημονιολαγνεία και τροϊκολατρεία. Αυτές οι προσεγγίσεις είναι παρωχημένες και λανθασμένες. Οι αναστεναγμοί της ανακούφισης και οι ζητωκραυγές του ενθουσιασμού που συνόδευσαν και συνοδεύουν την κατάληξη των διαβουλεύσεων για τη συνομολόγηση Μνημονίου εξιδανικεύουν μια προβληματική κατάσταση και δεν σταθμίζουν σωστά τις σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις που τη συνοδεύουν. Εν ολίγοις: το Μνημόνιο δεν είναι επιτυχία και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοια. Το Μνημόνιο είναι αποτέλεσμα διαδοχικών λανθασμένων χειρισμών οι οποίοι δυστυχώς συνεχίζονται. Και εάν δεν προκύψει σύντομος απεγκλωβισμός από τους λανθασμένους χειρισμούς, οι επιπτώσεις των πολιτικών του Μνημονίου θα οδηγήσουν σε επόμενα Μνημόνια, σε περισσότερη λιτότητα και σε περισσότερη ύφεση.

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]