Σελίδες

30 Σεπτεμβρίου 2012

Η καλύτερη γενιά στη χειρότερη συγκυρία

Οι κοινωνιολόγοι την ονομάζουν «Γενιά Υ (Generation Y)» ή «Παιδιά του ’80 (Eighties Babies)» ή «Γενιά της Χιλιετίας (Millennial Generation)». Προσωπικά θεωρώ ότι είναι η «καλύτερη γενιά» που υπήρξε ποτέ, επειδή συγκεντρώνει τα καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά σε σχέση με όλες τις προηγούμενες. Όμως, η «καλύτερη γενιά» καλείται να ζήσει και να δημιουργήσει στη χειρότερη συγκυρία. Έτσι, είναι μια πολύ θυμωμένη γενιά. Και σύντομα θα μετατραπεί στη «γενιά της οργής».

Αυτή η γενιά συγκεντρώνει τα πιο θετικά χαρακτηριστικά επειδή αποτελεί το προϊόν της στοχευμένης επένδυσης των προηγούμενων γενεών, που επέλεξαν συνειδητά και με πολλές θυσίες να προσφέρουν στα παιδιά τους όλες τις ευκαιρίες που μπορούσαν να προσφερθούν. Και τους προσέφεραν πολλά. Αυτή η γενιά είναι πιο μορφωμένη, με σπουδές στα καλύτερα πανεπιστήμια και στα πιο εξειδικευμένα ακαδημαϊκά προγράμματα. Έχει ταξιδέψει παντού και έχει γνωρίσει διαφορετικούς πολιτισμούς, διαφορετικές κουλτούρες και διαφορετικές νοοτροπίες. Μπορεί να μιλά ξένες γλώσσες, να επικοινωνεί με ανθρώπους από όλο τον κόσμο και να αξιοποιεί την καταγεγραμμένη γνώση που βρίσκεται στις βιβλιοθήκες της ανθρωπότητας. Έχει εμπειρίες εργασίας στο εξωτερικό, συμμετοχής σε ερευνητικά προγράμματα, σε εθελοντικές δραστηριότητες, σε συνέδρια, σε αθλητικές διοργανώσεις. Είναι απόλυτα εξοικειωμένη με την τεχνολογία και μπορεί να αξιοποιεί σε απόλυτο βαθμό τις δυνατότητες που προσφέρει ο ψηφιακός κόσμος. Έχει ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση, μπορώντας να συγκεντρώνει και να αξιολογεί επίκαιρες γνώσεις για να διαθέτει ενημερωμένη άποψη.  Βρίσκεται σε αρμονία με τα διεθνή ρεύματα και τις παγκόσμιες τάσεις, αντιλαμβανόμενη τη θέση της στο παγκόσμιο περιβάλλον, χωρίς να παραμένει εγκλωβισμένη στο νησιωτικό μικρόκοσμο του παρελθόντος. Διαθέτει καλπάζουσα δημιουργικότητα και όνειρα για το μέλλον που δεν περιορίζονται στα στενά πλαίσια της επαγγελματικής αποκατάστασης αλλά εκτείνονται πολύ πιο μακριά. Αλλά κυρίως, τολμά να σκέφτεται κριτικά και να μην αντιλαμβάνεται την εκάστοτε εξουσία ως αλάθητο αντικείμενο θαυμασμού.

Όμως, αυτή η γενιά βρίσκεται ενώπιον της χειρότερης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας, που την εμποδίζει από την υλοποίηση της προοπτικής της. Η αξία της εργασίας των νέων ανθρώπων υποτιμάται, έτσι ώστε το ποιοτικό ανθρώπινο δυναμικό να πληρώνεται λιγότερο, ενώ τα εργασιακά δικαιώματα των νέων είναι τα πρώτα που τίθενται υπό αμφισβήτηση. Η αναξιοκρατία και οι κανόνες ενός συστήματος που δεν βασιζόταν στην αριστεία αλλά στις καλές προσβάσεις, δεν αφήνουν τους καλύτερους να προχωρήσουν και να προσφέρουν, αλλά τους κρατούν δέσμιους της ημετεροκρατίας και της μετριοκρατίας. Η ηλικία συνταξιοδότησης αυξάνεται μονομερώς και οι αλλαγές στο συνταξιοδοτικό επηρεάζουν πρωτίστως τους νέους. Μέτρα κοινωνικής πολιτικής όπως η φοιτητική χορηγία, το επίδομα τέκνου και οι υποτροφίες, περιορίζονται ή καταργούνται. Η φούσκα στις τιμές των ακινήτων εκτόξευσε το κόστος απόκτησης κατοικίας στα ύψη και κατέστησε απαγορευτική την αγορά ιδιόκτητης στέγης. Οι προϋπολογισμοί των δημόσιων πανεπιστημίων μειώνονται, ενώ ο ελλειμματικός σχολικός επαγγελματικός προσανατολισμός μετέτρεψε χιλιάδες νέους επιστήμονες σε ανενεργό εθνικό πλούτο. Και ενώ συντρέχουν αυτές οι καταστάσεις, οι νέοι απουσιάζουν από τα κέντρα διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων, όπου προωθούνται πολιτικές που τους αφορούν χωρίς να είναι παρόντες.

Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την εκτόξευση στα ύψη της ανεργίας μεταξύ των νέων, που οδηγούνται στην υποαπασχόληση, στη μετανάστευση και στην κατάθλιψη. Η απογοήτευση από τις δυνατότητες του συστήματος για την παροχή δυνατοτήτων για εργασία προς ενεργοποίηση αποκτημένων γνώσεων και προσόντων, οδηγεί στην αποστασιοποίηση από τα κοινά και στην απαξίωση του πολιτικού συστήματος που δεν καταφέρνει να δώσει στη νέα γενιά την ευκαιρία και τη δυνατότητα για να φτιάξει μια καλύτερη χώρα. Με αποτέλεσμα οι νέοι να είναι πολύ θυμωμένοι. Όμως αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Όπως ψιθυρίζει ο Zack de la Rocha των Rage Against the Machine στο κομμάτι Freedom, «ο θυμός είναι δώρο...». Η δημιουργική οργή μπορεί να λειτουργήσει ως η δύναμη που θα κάνει την ιστορία να κινηθεί. Επειδή η πολλή στασιμότητα έφερε το τέλμα στο οποίο  βρίσκεται σήμερα η χώρα και στο οποίο βυθίζεται η καλύτερη γενιά, που μετατρέπεται ορμητικά στη «γενιά της οργής».

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

Η ανέμελη δημοκρατία κινδυνεύει περισσότερο

Η ανέμελη αυτοπεποίθηση της δημοκρατίας οδηγεί στην υποτίμηση των κινδύνων που την απειλούν, με αποτέλεσμα η ετεροχρονισμένη αντίδραση να είναι αρχικά ανεπαρκής και τελικά άνευ αντικειμένου. Επειδή, δυστυχώς, η ιστορία επιβεβαιώνει αυτή την πραγματικότητα, οι πολίτες οφείλουν να φροντίσουν ώστε το ιστορικό προηγούμενο να μην επαναληφθεί, ούτε ως τραγωδία, ούτε ως κωμωδία. Το κοντινό παράδειγμα της Ελλάδας, όπου η Χρυσή Αυγή σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα υπερπολλαπλασίασε την εκλογική της δύναμη και ενέτεινε την άνομη δράση της είναι χαρακτηριστικό και προς αποφυγήν. Όμως το ακόλουθο ιστορικό περιστατικό αποτυπώνει με ακόμη μεγαλύτερη γλαφυρότητα την υποτίμηση κινδύνου που οδήγησε στο μεγαλύτερο αιματοκύλισμα του 20ου αιώνα, έχοντας ως αφετηρία τη Γερμανία του μεσοπολέμου, όπου οι κοινωνικές, οι πολιτικές και οι οικονομικές συνθήκες δεν διαφέρουν πολύ από τις σημερινές.

Ο σπουδαίος μεξικανός ζωγράφος Ντιέγκο Ριβέρα, επισκεπτόμενος τη Γερμανία το 1928, ήταν παρών σε μια μαζική συγκέντρωση με ομιλητή τον Αδόλφο Χίτλερ, σε μια περίοδο κατά την οποία προέκυψε ενός είδους ανοχή ανάμεσα στους ναζί, στους κομμουνιστές, και σε άλλες ομάδες πολιτών, «ενάντια στους διεφθαρμένους ρεφορμιστές και στους σοσιαλδημοκράτες» [Rivera, D. (1960) My Art, my Life: Αn Αutobiography, μτφ. Χρίστος Κεφαλής, Ενθέματα]. Οικοδεσπότες και συνοδοί του Ριβέρα ήταν τα ηγετικά στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, Βίλι Μίντσενμπεργκ και  Έρνεστ Τέλμαν. Στη συγκέντρωση ήταν παρόντες πέραν των 25000 κομμουνιστών εργατών και ο Χίτλερ πορεύθηκε στο χώρο συνοδευόμενος από περίπου 1000 άνδρες. Σύμφωνα με τον Ριβέρα, οι ηγέτες της αριστεράς κορόιδευαν τον «αστείο ανθρωπάκο» που ετοιμαζόταν να εκφωνήσει την ομιλία του και ειρωνεύονταν εκείνους που τον θεωρούσαν απειλή, χαρακτηρίζοντάς τους ως «δειλούς» ή «ανόητους».

Στην αρχή της ομιλίας του Χίτλερ, μέρος των κομμουνιστών εργατών τον αποδοκίμασε, αλλά στη συνέχεια επικράτησε σιωπή. Η θεατρική παρουσία του Χίτλερ και ο ακραίος λόγος του ενάντια στο πολιτικό σύστημα συνεπήραν τους παρευρισκόμενους. Οι ομάδες της κομμουνιστικής νεολαίας είχαν εντολή να τον γιουχαΐσουν, όμως μετά το τέλος της ομιλίας του δεν το έπραξαν. Αντίθετα ακολούθησε ένα ορμητικό χειροκρότημα. Ο Τέλμαν και ο Μίντσενμπεργκ γελούσαν και κορόιδευαν τον Χίτλερ όμως ο Ριβέρα ήταν ανήσυχος. Ο Μίντσενμπεργκ τον ρώτησε: «Ντιέγκο, τι τρέχει με σένα;». Ο Ριβέρα απάντησε: «Αυτό που τρέχει είναι ότι με κατακλύζει ένα προαίσθημα. Το προαίσθημα ότι, αν οι ένοπλοι κομμουνιστές άφηναν σήμερα τον Χίτλερ να φύγει ζωντανός, θα μπορούσε να ζήσει για να κόψει τα κεφάλια των συντρόφων μου σε λίγα χρόνια». Ο Μίντσενμπεργκ γέλασε δυνατά, επαίνεσε τη ζωηρή καλλιτεχνική φαντασία του Ριβέρα και σχολίασε: «Θα πρέπει να αστειεύεσαι! Δεν άκουσες τον Χίτλερ να μιλά; Δεν κατάλαβες, από όσα σου μετέφραζα, τι ανοησίες έλεγε;». Ο Ριβέρα, ακόμα πιο αναστατωμένος, επέμεινε:  «Μα αυτές οι ανοησίες γεμίζουν επίσης τα κεφάλια των ακροατών που είναι κυριευμένοι από την πείνα και το φόβο. Ο Χίτλερ τους υπόσχεται μια αλλαγή. Μπορεί να δώσει τροφή στους πεινασμένους Γερμανούς εργάτες, να τους πείσει να πάνε με το μέρος του και να στραφούν ενάντια σε εμάς. Επιτρέψτε μου να τον πυροβολήσω εγώ τουλάχιστον. Θα αναλάβω την ευθύνη. Είναι ακόμα εντός εμβέλειας!»

Αυτή η τοποθέτηση του Ριβέρα ήταν το αποκορύφωμα, που έκανε την κομμουνιστική ηγεσία να ξεσπάσει σε δυνατά γέλια και τον Τέλμαν να πει καταληκτικά:  «Φυσικά, είναι καλύτερα να έχεις κάποιον πάντα έτοιμο να βγάλει από τη μέση τον κλόουν. Μην ανησυχείτε, όμως. Σε λίγους μήνες θα έχει τελειώσει, και τότε θα είμαστε σε θέση να πάρουμε την εξουσία». Φεύγοντας, ο Χίτλερ στράφηκε προς το πλήθος της πλατείας, στο οποίο απεύθυνε το ναζιστικό χαιρετισμό. Το πλήθος αντί να τον αποδοκιμάσει, ζητωκραύγασε παραληρηματικά. Ο Μίντσενμπεργκ κοντοστάθηκε και κοίταξε το Ριβέρα προβληματισμένος. Ο Τέλμαν, παρακολουθώντας τη σκηνή, χαμογέλασε και είπε στα Ρώσικα: «Νιτσεβο, Νιτσεβό...» (Δεν είναι τίποτα, δεν είναι τίποτα). Μερικά χρόνια αργότερα, ο Ντιέγκο Ριβέρα στο έργο του Panamerican Unity (1940) κατέγραψε την απέχθειά του για τον ολοκληρωτισμό οποιασδήποτε απόχρωσης, απεικονίζοντας τον Χίτλερ, το Μουσολίνι και το Στάλιν οπλισμένους με αιμοβόρα εργαλεία να απειλούν την ανθρωπότητα. Ο Μίντσενμπεργκ ήταν ήδη νεκρός με εντολές του Στάλιν και ο Τέλμαν βρισκόταν φυλακισμένος σε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ, αναμένοντας την εκτέλεσή του, με οδηγίες του Χίτλερ, η οποία συνέβηκε το 1944.

Συνήθως, όταν απειλείται η δημοκρατία, υπάρχει μια σημαντική διαφορά φάσης στην αντίληψη της απειλής και μια ακόμη σημαντικότερη καθυστέρηση στην αντιμετώπιση της συντελούμενης επίθεσης. Σήμερα οι πολίτες, διδασκόμενοι από την ιστορία, οφείλουν να αντισταθούν και να αντιδράσουν στη νεκρανάσταση των ακραίων δυνάμεων που εποφθαλμιούν τη δημοκρατία. Η Ευρώπη, η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν διαχρονικά υποφέρει πολύ από αυτού του είδους τις πρακτικές. Ο δημοκρατικός κόσμος οφείλει, έγκαιρα και αποτελεσματικά, να περιθωριοποιήσει και να απαξιώσει αυτές τις ομάδες εν τη γενέσει τους. Διαφορετικά, το σύντομο μέλλον θα καταδείξει ότι η ανεμελιά του δημοκρατικού κόσμου θα αποτελέσει βατήρα για το άλμα του φασισμού από τα χρονοντούλαπα της ιστορίας προς το μέλλον.

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΠΟΛΙΤΗΣ"]

23 Σεπτεμβρίου 2012

Απαραίτητες προϋποθέσεις ομαλής προσαρμογής

Η ομαλή προσαρμογή της κυπριακής οικονομίας στις σημερινές αναγκαιότητες είναι απαραίτητη για τη δημιουργία αναπτυξιακών προοπτικών και για έξοδο από την κρίση. Η απότομη, αμετροεπής και μονομερής εισαγωγή οικονομικών μέτρων, θα βυθίσει την Κύπρο βαθύτερα στην ύφεση. Στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης για την τελική διαμόρφωση του κυπριακού Μνημονίου, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη το χρονικό εύρος εισαγωγής και εφαρμογής των οικονομικών μέτρων, η διαδοχή της εφαρμογής των οικονομικών μέτρων, και κυρίως, ο ρόλος της κοινωνίας στη διαμόρφωση των οικονομικών μέτρων.

Η πρόσφατη εμπειρία της ευρωπαϊκής περιφέρειας καταδεικνύει ότι η σκληρή και απότομη εισαγωγή οικονομικών μέτρων σε στενό χρονικό περιθώριο τριετίας, επιφέρει πολύ αρνητικά αποτελέσματα. Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης, υποστηρίζει ότι η απότομη εφαρμογή των μέτρων στον ευρωπαϊκό νότο έφερε αποτελέσματα αντίθετα από τα προσδοκώμενα: «Η εφαρμογή των μέτρων έγινε απότομα στην αρχή, με αποτέλεσμα να προκληθεί τέτοια ύφεση στην οικονομία και τέτοια άνοδος στην ανεργία που δύσκολα θα εξέλθουμε από αυτή την κατάσταση». Ακόμη, σημειώνει ότι «η λιτότητα οδήγησε τις οικονομίες σε ύφεση, με αποτέλεσμα να είναι πολύ πιο δύσκολο οι μεταρρυθμίσεις να φέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα». Σήμερα, η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να αξιοποιήσει αυτά τα δεδομένα και να διεκδικήσει επιμηκυμένο χρονικό διάστημα προσαρμογής, το οποίο να έχει εύρος τουλάχιστον πενταετίας, ώστε να μην επαναληφθεί η εμβάθυνση της ύφεσης που συνέβηκε σε άλλες χώρες.

Επιπρόσθετα, είναι σημαντικό να καθοριστεί ορθολογικά η διαδοχή των μέτρων που θα ληφθούν, ώστε να εφαρμοστούν εγκαίρως τολμηρές διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες θα διορθώσουν τις υφιστάμενες παθογένειες και θα οδηγήσουν στην παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας. Όμως, η εφαρμογή μέτρων λιτότητας θα ναρκοθετήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και θα τις καταστήσει θνησιγενείς. Ο Χριστόφορος Πισσαρίδης, τονίζει ότι ήταν λάθος που μέχρι σήμερα τα μέτρα λιτότητας προηγούνταν ή συνέπιπταν με τις διαρθρωτικές αλλαγές  και σημειώνει ότι ««η λιτότητα οδήγησε τις οικονομίες σε ύφεση, με αποτέλεσμα να είναι πολύ πιο δύσκολο οι μεταρρυθμίσεις να φέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα», αφού «οι διαρθρωτικές αλλαγές απαιτούν περισσότερο χρόνο για να φέρουν αποτελέσματα». Η Κύπρος πρέπει να προχωρήσει σε σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές οι οποίες δεν πρέπει να θυσιαστούν στο βωμό της λιτότητας, αλλά να προωθηθούν άμεσα ώστε να καταστούν αποτελεσματικές.

Πέρα από αυτά όμως,  πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η αναγκαιότητα της συμμετοχικότητας στη διαμόρφωση των οικονομικών μέτρων, η οποία δεν πρέπει να διεξαχθεί ερήμην της κοινωνίας. Ο κοινωνικός διάλογος είναι μια κατάκτηση των αναπτυγμένων κοινωνιών που διαχωρίζει τον πολιτισμό από τη βαρβαρότητα, όπου ο εκάστοτε ισχυρός επιβάλει τη θέλησή του στον αδύνατο. Η μονομερής εφαρμογή οικονομικών μέτρων που επηρεάζουν αρνητικά ομάδες εργαζομένων και ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, θα προκαλέσει με μαθηματική ακρίβεια σοβαρή κοινωνική αναταραχή, η οποία θα βλάψει περαιτέρω την κυπριακή οικονομία. Είναι απαραίτητη η άμεση πραγματοποίηση σοβαρού κοινωνικού διαλόγου για διαβούλευση με το σύνολο των κοινωνικών εταίρων, ώστε να προκύψουν οι απαραίτητες κοινωνικές συναινέσεις που θα επιτρέψουν τη συνέχιση της εργατικής ειρήνης και της πολιτικής ομαλότητας.

Η ομαλή προσαρμογή της κυπριακής οικονομίας και η δημιουργία προοπτικών ανάπτυξης απειλούνται από την εμμονή σε πολιτικές που έχουν δοκιμαστεί και έχουν αποτύχει. Οι πολιτικές ηγεσίες πρέπει να αφουγκραστούν τα μηνύματα των καιρών και να διαπραγματευτούν την πορεία προς την εισαγωγή οικονομικών μέτρων με ορθολογισμό, με αντίληψη των νέων πραγματικοτήτων και με σεβασμό στην κοινωνία. Σε διαφορετική περίπτωση, η ύφεση θα καταστεί χειρότερη και η έξοδος από αυτήν δυσχερέστερη. 

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

16 Σεπτεμβρίου 2012

Επικίνδυνες οι ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων υποδομών

Ο περιορισμός του κράτους στον ελάχιστο δυνατό βαθμό, αποτελεί βασική παράμετρο της νεοφιλελεύθερης προσέγγισης των πραγμάτων. Στα πλαίσια αυτής της προσέγγισης προωθείται η πρακτική των ιδιωτικοποιήσεων, υπό το πρόσχημα της καλύτερης διαχείρισης και της αυξημένης ανταγωνιστικότητας, με υποτιθέμενους κερδισμένους τον καταναλωτή (που προσδοκά καλύτερες υπηρεσίες σε χαμηλότερες τιμές) και το κράτος (που προσδοκά εφάπαξ έσοδα ανάλογα με την αξία της πράξης) . Όμως, αυτή η προσέγγιση δεν εξυπηρετεί απαραίτητα το δημόσιο συμφέρον, αφού ούτε οι πολίτες θα αγοράζουν σε χαμηλότερες τιμές, ούτε οι υπηρεσίες θα γίνουν ποιοτικότερες, ούτε το κράτος θα εισπράξει αυτά που του αναλογούν.

Η ουσία των ιδιωτικοποιήσεων αφορά την πώληση δημοσίων υποδομών που μπορούν να αποφέρουν πολύ σημαντικό οικονομικό όφελος στους αγοραστές τους. Οι βασικές δημόσιες υποδομές είναι το δίκτυο παροχής ηλεκτρισμού, το δίκτυο τηλεπικοινωνιών και διαδικτύου, το δίκτυο παροχής νερού, το οδικό δίκτυο και τα λιμάνια. Η διαχείριση αυτών των δημόσιων υποδομών γίνεται από την πολιτεία, κατά βάση μέσω της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, των Συμβουλίων Υδατοπρομήθειας, του Τμήματος Δημοσίων Έργων και της Αρχής Λιμένων. Μέσω των ιδιωτικοποιήσεων, η ιδιοκτησία και η διαχείριση των δημοσίων υποδομών θα αφαιρεθούν από την Κυπριακή Δημοκρατία και θα μεταφερθούν σε ιδιώτες, ντόπιους ή ξένους.

Η ιδιωτικοποίηση δημοσίων υποδομών θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα σε διάφορα επίπεδα. Κατ’ αρχήν, η ιδιωτική διοίκηση σε αντιδιαστολή με τη δημόσια διοίκηση δεν είναι εξ’ ορισμού καλύτερη. Εάν ίσχυε αυτό, τότε καμία ιδιωτική επιχείρηση δεν θα πτώχευε αλλά θα ήταν όλες κερδοφόρες. Εξάλλου, το πρόσφατο παράδειγμα του τραπεζικού τομέα καταδεικνύει ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν διαθέτει το διοικητικό αλάθητο, ιδιαίτερα όταν το κέρδος αποτελεί αυτοσκοπό. Πέρα από αυτό όμως, οι ιδιώτες που θα αγοράσουν τις δημόσιες υποδομές θα ασκούν φυσική μονοπωλιακή δραστηριότητα αφού θα διαχειρίζονται το μοναδικό δίκτυο παροχής ηλεκτρισμού, το μοναδικό δίκτυο τηλεπικοινωνιών, το μοναδικό δίκτυο ύδρευσης, το μοναδικό οδικό δίκτυο και το μοναδικό δίκτυο μεταφορών. Εφόσον δεν θα δημιουργηθούν άλλες εναλλακτικές υποδομές για να δράσουν ανταγωνιστικά, οι νέοι ιδιοκτήτες των δημοσίων υποδομών θα επιδιώκουν τη μεγιστοποίηση του κέρδους τους, υπό τη διαμαρτυρία του κράτους και των πολιτών. Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι θα θυματοποιηθούν, αφού ο νέος εργοδότης θα επιδιώξει την ελαχιστοποίηση του εργασιακού κόστους απολύοντας προσωπικό, μειώνοντας μισθούς και καταργώντας εργασιακά δικαιώματα, ενώ οι μισθοί των “golden boys” που θα αναλάβουν την ανώτατη διοίκηση θα είναι υψηλότατοι και υπερπολλαπλάσιοι των υπολοίπων εργαζομένων. Υπό αυτές τις συνθήκες, θα περιοριστεί ουσιαστικά η αναβάθμιση των δημοσίων υποδομών και η διεύρυνση της παροχής υπηρεσιών στο σύνολο της κυπριακής επικράτειας, λόγω της μονοπωλιακής χρήσης τους και εξαιτίας της ελλειμματικής κοινωνικής ευθύνης. Ακόμη, σε περιόδους ενδεχόμενης επιβουλής της εθνικής κυριαρχίας, η έλλειψη κρατικής διαχείρισης των δημόσιων υποδομών θα απειλήσει την εθνική ασφάλεια και θα περιορίσει ουσιαστικά τις δυνατότητες αντιμετώπισης κρίσεων. Τέλος, η πρόσφατη διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η αδιαφάνεια των ιδιωτικοποιήσεων δημιουργεί σοβαρές υπόνοιες διαπλοκής και διαφθοράς, με σημαντικές απώλειες για το κράτος, ενώ η ύφεση στην οικονομία και η εσωτερική υποτίμηση αξιοποιούνται από τους επίδοξους αγοραστές για εξασφάλιση εξευτελιστικά χαμηλών τιμών εξαγοράς των δημοσίων υποδομών.

Οι δημόσιες υποδομές ανήκουν στους πολίτες και τις διαχειρίζεται το κράτος. Οι δημόσιες υποδομές έχουν στρατηγική σημασία για την παραγωγική ανασυγκρότηση και την αναπτυξιακή ανάκαμψη της χώρας και δεν πρέπει να εκχωρηθούν πουθενά. Οι πωλήσεις δημοσίων υποδομών δεν αποτελούν ορθή επιλογή, επειδή δεν θα υποβοηθήσουν την κοινωνία και τους πολίτες. Αντίθετα, θα εξυπηρετήσουν μόνο αυτούς που θα συμμετάσχουν στο μεγάλο φαγοπότι των ιδιωτικοποιήσεων.

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

2 Σεπτεμβρίου 2012

Μειώσεις δαπανών υψηλής προστιθέμενης αξίας

Η άκριτη μείωση των δημοσίων δαπανών βλάπτει σοβαρά την προσπάθεια της Κυπριακής Δημοκρατίας για έξοδο από την ύφεση, αφού κατά τα τελευταία χρόνια μειώνονται αλόγιστα οι δαπάνες σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως είναι η νεανική επιχειρηματικότητα, η έρευνα και η καινοτομία, η δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση και η ενίσχυση των άριστων φοιτητών. Ήδη, μέσα από τους Κρατικούς Προϋπολογισμούς των προηγούμενων χρόνων, έγιναν σημαντικές μειώσεις σε αυτούς τους τομείς, βλάπτοντας την προοπτική της αναπτυξιακής και παραγωγικής ανασυγκρότησης της Κύπρου.

Η ενίσχυση της νεανικής επιχειρηματικότητας είναι πολύ σημαντική για την ανάπτυξη και την αξιοποίηση του ποιοτικού ανθρώπινου δυναμικού που διαθέτει η Κύπρος, το οποίο δεν πρέπει να παραμένει ανενεργό. Το 2007 λειτούργησε για πρώτη φορά το Σχέδιο Ενίσχυσης της Νεανικής Επιχειρηματικότητας, παρέχοντας κίνητρα υπό την μορφή χρηματοδοτικών ενισχύσεων και εκπαιδευτικών σεμιναρίων κατάρτισης, για τη δημιουργία νέων και βιώσιμων επιχειρήσεων από νέους επιχειρηματίες ηλικίας 20 έως 39 ετών. Το Σχέδιο λειτούργησε αποδοτικά και έδωσε ώθηση σε πολλές νέες μικρές επιχειρήσεις, ενώ η βελτίωση και η αναβάθμισή του θα μπορούσαν να το καταστήσουν αποτελεσματικότερο. Ωστόσο, το 2009 ήταν η τελευταία χρονιά που εκδόθηκε πρόσκληση για συμμετοχή στο Σχέδιο, το οποίο από τότε παραμένει κλειστό, στα πλαίσια της εφαρμοζόμενης πολιτικής για άκριτη μείωση των δημοσίων δαπανών, αποστερώντας από τους νέους τη δυνατότητα αξιοποίησής του.

Στο σύγχρονο κόσμο, είναι πολύ σημαντική η επένδυση στους τομείς της έρευνας και της καινοτομίας. Δυστυχώς, στην Κύπρο συμβαίνει το αντίθετο, αφού κατά τα τελευταία χρόνια μειώθηκαν περαιτέρω οι σχετικές δαπάνες, που το 2009 βρίσκονταν ήδη στο 0,49% του ΑΕΠ, τοποθετώντας την Κύπρο στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ και πολύ πιο χαμηλά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (2,01%). Οι αρμόδιοι εξειδικευμένοι φορείς, το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας και το Κυπριακό Ερευνητικό και Ακαδημαϊκό Δίκτυο, δεν ενισχύθηκαν και δεν υποστηρίχθηκαν κατάλληλα με αποτέλεσμα τον περιορισμό του ρόλου και των δυνατοτήτων τους. Ο Προϋπολογισμός του 2012 προνοούσε ότι η κρατική χορηγία προς το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας μειώνεται κατά €4.8 εκ., σε σχέση με το 2011, ποσό που ισοδυναμεί με μείωση ύψους 25.53%, ενώ σε σχέση με το 2009 η χορηγία είναι μειωμένη κατά €11.4 εκ., δηλαδή κατά 44,88%. Ταυτόχρονα, η κρατική χορηγία προς το Κυπριακό Ερευνητικό και Ακαδημαϊκό Δίκτυο είναι μειωμένη κατά €2 εκ, ποσό που ισοδυναμεί με μείωση της τάξης του 25%.

Η δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί κεντρικό πυλώνα για τη διαμόρφωση ποιοτικού και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και η Κύπρος κατά τις προηγούμενες δεκαετίες προόδευσε πολύ, διαθέτοντας πλέον τρία δημόσια πανεπιστήμια. Όμως, κατά τα τελευταία χρόνια ,μειώθηκαν κάθετα οι δαπάνες που αφορούν τη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπου για το 2012 η περικοπή στα κονδύλια των δημοσίων πανεπιστημίων αγγίζει τα €16.2 εκ. και ισοδυναμεί με μείωση 13,2% σε σχέση με τον Προϋπολογισμό του 2011. Κατά το 2011, οι δαπάνες για τα δημόσια πανεπιστήμια είχαν ήδη μειωθεί κατά πολύ, αφού ο Προϋπολογισμός του 2012 συγκρινόμενος με τον αντίστοιχο του 2010 προνοεί μείωση ύψους €24.5 εκ. που ισοδυναμεί με 18,7%. Επίσης, κατά την ίδια περίοδο μειώθηκαν πολύ οι υποτροφίες προς τους άριστους φοιτητές, αφού για το 2012 μειώθηκαν τα κονδύλια του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών κατά €1.9 εκ., σε σχέση με το 2011, ποσό που ισοδυναμεί με μείωση 16.30%, ενώ σε σχέση με το 2010, ο προϋπολογισμός του ΙΚΥ είναι μειωμένος κατά €2.9 εκ., ισοδυναμώντας με μείωση 22,92%.

Για την έξοδο από την οικονομική κρίση και την ύφεση, είναι απαραίτητη η στρατηγική επένδυση σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, ώστε να αξιοποιηθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η Κύπρος. Δυστυχώς, η επικρατούσα εμμονή στην άκριτη μείωση των δημοσίων δαπανών εμποδίζει τη χώρα από την αξιοποίηση αυτών των πλεονεκτημάτων και παρασύρει την Κύπρο σε πολιτικές που έχουν ήδη δοκιμαστεί και έχουν αποτύχει. Οι μειώσεις δαπανών σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας δεν βοήθησαν την Κύπρο, αλλά αντίθετα την έβλαψαν πολύ. Και οι επιπρόσθετες μειώσεις δαπανών σε αυτούς τους τομείς θα βλάψουν την Κύπρο περισσότερο . Σήμερα, ενόψει της διαμόρφωσης του Προϋπολογισμού του 2013 και της συζήτησης σχετικά με το Μνημόνιο, οι πολιτικές ηγεσίες πρέπει να λειτουργήσουν δημιουργικά ώστε να δώσουν στην Κύπρο πραγματικές προοπτικές ανάκαμψης και ανάπτυξης. Σε διαφορετική περίπτωση, η ύφεση θα βαθύνει περισσότερο.

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]