Σελίδες

22 Ιουλίου 2012

Εκχώρηση δημοκρατίας μέσω υπογραφών

Το αίτημα της προσυπογραφής Μνημονίου από τους υποψήφιους Προέδρους της Δημοκρατίας, όπου οι υπογράφοντες θα δεσμεύονται έναντι της Τρόικας για την εφαρμογή έξωθεν επιβληθέντων οικονομικών μέτρων, αποτελεί ακόμα ένα λάθος βήμα στα πλαίσια μιας λανθασμένης πορείας. Οι τροϊκανοί κομιστές και οι ντόπιοι πρεσβευτές των μνημονιακών πολιτικών της λιτότητας, παρασύρουν το δημόσιο διάλογο στην επανάληψη αποτυχημένων εγχειρημάτων, αποδυναμώνουν τη δημοκρατική διαδικασία και ακυρώνουν το ρόλο των πολιτών στη διαμόρφωση προγραμματικών πολιτικών.

Το Μνημόνιο που η Τρόικα θέλει να επιβάλει, βασίζεται σε μια στρεβλή αντίληψη αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, η οποία έχει ήδη δοκιμαστεί και έχει αποτύχει. Για την έξοδο από την κρίση χρειάζεται εκσυγχρονισμός του κράτους και των θεσμών, πάταξη της διαπλοκής και της διαφθοράς, κεντρικός αναπτυξιακός σχεδιασμός και αλλαγή της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής. Αντίθετα, σύμφωνα με την τροϊκάνή θεωρία, υποστηρίζεται ότι πρέπει να μειωθούν άκριτα οι δημόσιες δαπάνες και να επέλθει η λεγόμενη εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή να μειωθεί το εργασιακό κόστος και να περιοριστούν τα εργασιακά δικαιώματα, ώστε η οικονομία να γίνει ανταγωνιστικότερη. Όμως, αυτό το πείραμα εφαρμόστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και τα αποτελέσματα ήταν τραγικότατα: το δημόσιο χρέος πολλαπλασιάστηκε, η παραγωγικότητα έπεσε, η ανεργία εκτοξεύθηκε και το κόστος δανεισμού παρέμεινε απαγορευτικό. Σήμερα, η Τρόικα θέλει να δοκιμάσει το ίδιο πείραμα στην Κύπρο, αναζητώντας την προεκλογική δέσμευση των υποψήφιων Προέδρων της Δημοκρατίας, ώστε να είναι εγγυημένη η μετεκλογική εφαρμογή του, ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος.

Οι κυπριακές πολιτικές δυνάμεις, εάν έχουν επιφυλάξεις σχετικά με αυτή την εξέλιξη, οφείλουν να αντιδράσουν και να την απορρίψουν, όπως εξάλλου δικαιούνται να πράξουν.  Δηλαδή, οφείλουν να μην μετατρέψουν το όποιο Μνημόνιο σε προεκλογικό πρόγραμμα, χωρίς συζήτηση και χωρίς διάλογο με την κοινωνία. Πρωτίστως όμως, οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να διαφυλάξουν τη δημοκρατία και να μην ακυρώσουν τη λαϊκή βούληση. Διαφορετικά θα μετατραπούν, από εκφραστές της θέλησης του λαού, σε εκτελεστές εντολών ερήμην της κοινωνίας και των πολιτών. Δυστυχώς, η πρόσφατη ευρωπαϊκή εμπειρία έχει καταδείξει ότι όταν δημιουργείται έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών προς το δημοκρατικό σύστημα, ενισχύονται οι ακραίες φωνές, ο λαϊκισμός και ο εξτρεμισμός, οδηγώντας στην πολιτική αποσταθεροποίηση και σε παράπλευρους κοινωνικούς κινδύνους. Η προεκλογική ισοπέδωση των προεδρικών υποψηφίων και των πολιτικών δυνάμεων δεν αναχαιτίζει αυτές τις αρνητικές προοπτικές, αλλά στην πραγματικότητα τις επιταχύνει.

Στη δημοκρατία, η εξουσία πρέπει να καθορίζεται και να ελέγχεται από τους πολίτες. Οι εκλογές γίνονται για να παρατεθούν ενώπιον των πολιτών οι θέσεις των πολιτικών δυνάμεων και για να επιλεγούν εκείνοι που βρίσκονται σε μεγαλύτερη αρμονία με τη θέληση της κοινής γνώμης.  Όταν συγκεκριμένες πολιτικές δοκιμάζονται και αποτυγχάνουν, πρέπει να τίθενται στην κρίση του λαού και όχι να επιβάλλονται οριζοντίως. Η μετακύληση της αρμοδιότητας καθορισμού της πολιτικής κατεύθυνσης των εθνικών κυβερνήσεων σε άλλα όργανα και σε άλλες δομές μακράν των πολιτών, οι οποίοι ενόψει εκλογών θα συναντήσουν προκαθορισμένες κλειστές και ταυτόσημες επιλογές, δεν συνιστά εδραίωση της δημοκρατίας. Αλλά συνιστά πισωγύρισμα που, βλάπτοντας τη δημοκρατία, βλάπτει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, τα ευρωπαϊκά κράτη και τους λαούς της Ευρώπης. 

[ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ"]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου